Φίλος κάνει στάση ταξιδιού για καφέ από τα χεράκια μου. Συνταξιδιώτες στην τρέλα του 21ού αιώνα. Ανοίγει το ψυγεία μου για να βρει δροσερό νερό. Είναι νωρίς το απόγευμα και βράζει ο τόπος. Εντοπίζει το κρασί που μου είχε φέρει την τελευταία φορά που ήρθε.
«Μαλάκα, το κρασί ακόμα δεν να το πιεις;»
«Είπα να το πιω μια νύχτα ξέφρενου σεξ.»
Του χαμογελάω ενώ συνεχίζω να ανακατεύω με αργές κινήσεις πάνω από το γκαζάκι τον καφέ του μέχρι να “φουσκώσει”.
«Μην είσαι τσιγκούνα, γι’ αυτό δεν φτάνει ένα μπουκάλι.»
«Το ψυγείο έχει τρία.»
Γελάμε. Κλείνει το ψυγείο. Του δείχνω το καϊμάκι του καφέ που κατευθύνεται από τα χέρια μου προς το τραπέζι. Από τα χεράκια μου όνομα και πράμα.
Χαριτολογώντας λέω: «Ο καλύτερος καφές των Δυτικών Προαστίων.»
Κάθεται μια ωρίτσα για να τα πούμε. Το σκηνικό θυμίζει καλοκαίρια εφηβείας όπου η ώρα το απογευματινού καφέ στην βεράντα είχε ολόκληρη ιεροτελεστία.
Ιεροτελεστία έχει και σήμερα. Όπως και να το κάνουμε, μου λείπει ο φίλος. Με κάνει και χαμογελάω. Ξεχνιέμαι.
Πότε θα ξανάρθει άραγε για καφέ;
Ένας χρόνος, 365 μέρες, 365 επί 24 ώρες και αυτές επί 60 λεπτά και έπειτα 60 δευτερόλεπτα. Αμέτρητα δάκρυα, αμέτρητες νύχτες για το γαμώτο. Μια ελπίδα και μια ακόμα μεγαλύτερη ευχή για να μη πούμε όνειρο. Μια περηφάνια που ποτέ δεν ξεσπά από πόνο και οργή άλλα επιλέγει την επικίνδυνη σιωπή. Ένας χτύπος καρδίας που ακούγεται ακόμα και στην βοή του δρόμου.
Picture by onkel_wart
Ένα χαρέμι τύπων που θέλουν να δαμάσουν ένα ανήσυχο πνεύμα και αγύριστο κεφάλι, να το φέρουν στα μέτρα τους. Ένας απατεώνας που σχεδόν αγάπησε αυτό το αγύριστο κεφάλι άλλα αδύναμος να μην κάνει αυτό που ξέρει καλά, να είναι απατεώνας.
Ένας πρίγκιπας που δεν κατεβαίνει ποτέ από το ψηλό του άλογο για να κάνει αυτό που έπρεπε να κάνει, να το προστατέψει αδύναμα πλάσματα.
Ένας νεραϊδοπατέρας που ήθελε να προστατέψει μια μικρή νεράιδα από τον πόνο αλλά έρως ανίκητε μάχαν και η νεράιδα άνοιξε φτερά.
Ένας διανοούμενος που μαγεύτηκε από τα μαγικά φτερά που διαλύθηκαν μόλις πήγε να τα αγγίξει. Ένα ξωτικό που γιατρέψε τα πληγωμένα φτερά της νεράιδας.
Ένας απλός θνητός που φοβήθηκε την αστερόσκονη και ένα παιδί που την άγγιξε. Ενώ το ερώτημα είναι τόσο απλό και τόσο δύσκολο ταυτόχρονα.
Παραμύθια που γράφονται για μεγάλα παιδιά, αλλά τα καταλαβαίνουν τα μικρά. Στιγμές με χορούς slow σε χριστουγεννιάτικα γειτονικά παγκάκια με μαέστρο τον παγωμένο αέρα στα δέντρα. Βόλτες στην παραλία με μουσικό χαλί τα κύματα. Κόκκινα τριαντάφυλλα του Αγίου Βαλεντίνου και λευκά της Παναγιάς, παρέα με τα πιο γλυκά ραβασάκια. Στιγμές που ενήλικες γίνονται για λίγο παιδιά και παίζουν με το νάζι όπως θα παίζανε μπουγέλα την τελευταία μέρα του σχολείου.
Τα πιο θλιμμένα πρασινογαλάζια μάτια να χαζεύουν τον ουρανό με τ΄άστρα, τα ηλιοβασιλέματα και εκεί που δακρύζουν να βλέπεις μια σπίθα πάθους για ζωή μέσα τους. Φωτιά που καίει με την δύναμη της καρδίας.
There are people in the world that are very close to each other from the first moment they met. This friendship has no where, when and why. It just is here…
My friend from Istanbul still uses to call me “deep deep breath” meaning the importance of a honest connection. We met three years ago during a program of the European Youth, called Greek- Turkish- Cooperation for Peace. Both of us where the translators for our groups, Greek and Turks. There was something in the air from the moment we saw each other at the airport. Strong communication. Seems still like a fairy tale, and it actually is one.
It could start like this: Once upon a time a deep breath found a little paradise….
The paradise saw that the breath was curious about the world, so it let the breath free to fly.
But the breath never forgot and returns sometimes to make the paradise breath deeply.
Το θέμα για τον εθελοντισμό, τους ανθρώπους και τις οργανώσεις που βασίζονται σε αυτές τέτοιες στιγμές επανέρχεται καθηστερημένα και έστω σε ένα βαθμό στην επικαιρότητα. Δύο από τις διαδικτυακές συζητήσεις των ημερών επί του θέματος. Έστω διαδικτυακές με την ελπίδα ότι δεν θα παραμένουμε εκεί. Πολλά λέω από την ασφαλή καρέκλα μου πολλά λεώ.
Λέω μπαρούφες. Λόγια μόνο, ενώ κινδύνεψαν αγαπημένα πρόσωπα αυτές τις μέρες και το μόνο που μου ερχόταν στο μυαλό να προσφέρω είναι το σπίτι μου. Καταραμένη αμηχανία. Καταραμένη αγονία που σε κάνει να παραλύεις. Τόσο άχρηστή νιώθω και λέω να γράψω για να το δω και στην οθόνη γιατί δεν μου αρκεί να το βλέπω χαραγμένο στο μυαλό μου.
Γεγονός είναι ότι, οργανώσεις και εθελοντές υπάρχουν και έχουν έργο. Πρώτοι φταίμε εμείς που δεν βοηθάμε, δεν ενημερωνώμαστε, δεν αλλάζουμε την βολεμένη νοοτροπία μας. Οχι, η πληροφορία που δεν μας σερβίρεται. Όσοι είναι εθελοντές επι ουσίας είναι σε δράση. Λίγοι ή πολλοί, αυτοί είναι. Τους ευχαριστώ που είναι. Εμείς που είμαστε; Πότε έκατσα να βρω πως μπορώ να βοηθίσω. You have to change, if you want to change the world. Φταίω που δεν είμαι στις φωτιές και γράφω εδώ με ασφάλεια τις φιλοσοφίες μου. Όχι, οι άλλοι που δεν τους ρώτησα αν με χρειάζονται.
Έλλειψη επαρκούς εκπαίδευσης, που μπορεί να μεταμορφώσει την εθελοντική προσφορά κίνδυνο… Δεν υπάρχει οργάνωση και συντονισμός. Το γνωστό ελληνικό φαινόμενο της ανοργανωσιάς που όταν έχεις να κάνεις και με ανεύθυνους καταντά τερατώδες! …Υπό αυτή την έννοια δεν είμαι και πολύ σίγουρη ότι δεν έχουμε όσο θα θέλαμε, αλλά δεν ξέρουμε πόσο έχουμε διότι κανείς δεν τους δίνει ιδιαίτερη σημασία.
Φίλοι εθελοντές, πρόσκοποι, μου το λένε συνέχεια. Ο εθελοντισμός είναι φιλοσοφία ζωής. Απλά πιστεύεις σε αυτόν και στο να βοήθάς με όποιο τρόπο μπορείς κάποιον που το έχει ανάγκη. Δεν έχει σημασία πόσο μεγάλη ή μικρή είναι η ανάγκη. Είναι ανάγκη, αυτό αρκεί.
Πόσες εργατοώρες παρατηρητων εθελοντών και μη χρειάζονται τα δάση της Αττικής κάθε καλοκαίρι?
Πόσες ώρες πτήσης και πόσο θα στοίχιζε να περιπολουσαν καθημερινα τα δάση της Αττικής απλα ελικόπτερα χιουι του στρατου και του ναυτικου με ένα κάδο γεμάτο στις δύσβατες περιοχές? Πόσο τελικά στοιχισαν σε χρόνο αλλά και χρήμα οι προσπάθειες πυρόσβεσης την ώρα που οι φωτιές έχουν βγει εκτός ελέγχου?
Μάθαμε στην αραχτή, στη γκρίνια, στο να φωνάζουμε και να αμπελοφιλοσοφούμε, να σκεφτόμαστε ΜΟΝΟ τον θεοποιημένο εαυτό μας. Ναι, φταίω για το κάθε χιλιοστό κατεστραμμένης γής σε όλο τον κόσμο και ακόμα κοιμάμαι και το μόνο που κάνω εμφανώς είναι να βαράω κάτι πλήκτρα σε ένα ασφαλή μέρος. Μπορώ και τα βαράω ακόμα, όπως και μπορώ να είμαι στο τηλέφωνω για να μάθω τι γίνεται, όπως είδα σαν παιδί το χωρίο της γιαγιάς μου να καίγεται στις φλόγες. Γραφικό, όμορφο μέσα σε πράσινο σε βούνο με θέα τον κάμπο.
Είμαι νευριασμένη. Είμαι έξαλλη. Θέλω να ακουστεί η κραυγή μου παντού. Απέραντη οργή.
Αυτός ο τόπος θα μπορούσε να είναι ένας πραγματικός παράδεισος. Αλλά τον καταστρέφουμε καθημερινά με όποιο τρόπο βρίσκει το διεστραμμένο μας μυαλό. Αντί να σκεφτούμε λύσεις για να κάνουμε την Ελλάδα αυτό που είναι στην καρδιές όλων όσων κατοικούν (και αρκετών που δεν κατοικούν) σε αυτήν- TΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ.
Γιατί διάολε, Νεοέλληνα, που δεν έχεις ούτε ιερό ούτε όσιο μέσα σου, που θες να είσαι και απόγονος του αρχαίου πνεύματος, καταστρέφεις ο, τι ομορφιά έχει απομείνει σε αυτό τον τόπο. Δεν τον αγαπάς τον τόπο; Αν δεν τον αγαπάς, να πας άλλου. Αν δεν αγαπάς εκεί, πάλι άλλου. Μέχρι που να πονέσεις ένα τόπο.
Το σπίτι των γονιών σου με τις παιδικές σου αναμνήσεις θα το έκαιγες; Όχι. Τότε ,γιατί ρε μάγκα, που το παίζεις και έξυπνος, μην εκφραστώ τι είσαι, καις το ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ; Γιατί ρε διάολε του κερατά, ( να μου συγχωρείτε τις βαριές εκφράσεις); Γιατί, ρε διάολε, προσπαθείς να κάνεις ο,τι περνά από το χέρι σου για να μην δημιουργήσουμε κάτι καλύτερο για τα παιδιά μας σε αυτήν την χώρα. Γιατι σε χαλάει; Να το συζητήσουμε ρε άνανδρε, αν τιμάς τα παντελόνια που φοράς.
Έλληνας, για να μη σου πω την βαριά λέξη άνθρωπος, σημαίνει θάρρος, σημαίνει αξιοπρέπεια.
Το θράσος να καταστρέφεις και να βάλεις ό, τι μέσα έχεις και δεν έχεις για να μη τιμωρηθείς γι΄ αυτό το έχεις. Το θάρρος να το παραδεχτείς και να πεις:« Ναι, εγώ το έκανα επειδή με βάραγε η μαλακία του ακατοίκητου εγκεφάλου μου», δεν το έχεις. Αλλά βεβαία, μόνο στα λόγια το έχουμε το θάρρος. Από πράξεις είμαστε κοπανιστός αέρας. Να φωνάζουμε μπορούμε, να πράξουμε δεν τολμούμε. Να αναλάβουμε υπεύθυνα τις επιπτώσεις των πράξεων μας, πάλι δεν μπορούμε. Εμείς που μπορούμε όμως θα το κάνουμε και που θα μας πάει, θα το καταλάβεις, ότι υπάρχουν άνθρωποι που αυτό τον τόπο δεν τον θεωρούν για πέταμα. Παρ’ το χαμπάρι.
Ένα πρωινό σε μια παραλία σε ένα μικρό νησάκι κάπου στο Αιγαίο, μια μικρή νεράιδα εκεί που παίζει με τα κύματα και τις ηλιαχτίδες του ηλίου κάτι σκεφτόταν, κάτι σκαρφίζονταν. Παιχνιδιάρα, τσακπινογραγαλιάρα όπως λέει και η μια φίλη της. Οπότε ζητά βοήθεια από τους φίλους της να της βρουν ένα τηλεφωνώ για να κάνει μια έκπληξη με προορισμό μια ψυχή κάπου στην Αυγουστιάτικη Αθήνα.
Δύσκολο πράμα την σήμερον ημέραν να πιάσεις γραμμή σε γνωστή αλυσίδα ανθοπωλείων. Πήρε φωτιά το κινητό με την διαδικτυακή σύνδεση αργή σαν σαλιγκάρι. Βρέθηκε γειτονικό ανθοπωλείο να υποστηρίξει το εγχείρημα. Μόλις δόθηκε η παραγγελιά των λουλουδιών και το τι θα γράφει η συνοδευτική καρτούλα, ένα γέλιο ακούστηκε στην άλλη γραμμή και μια εκφώνηση:
-Καλό, καλό. Όμορφη σκέψη. Από που τηλεφωνείτε;
“Από την Τζιά “, απαντώ.
– Να’ σαι καλά, κορίτσι μου. Καλώς να φτάσουν.
Το ηλιοβασίλεμα το βράδυ της καλοκαιρινής έκπληξης
Το επόμενο βράδυ, κουβεντούλα με καλό φίλο μου, που ήθελε να μάθει αν έστειλα ή δεν έστειλα τελικά λουλούδια.
– Για ξηγήσου τώρα….Που πηγαίνανε τα λουλούδια; Καταρχήν πήγανε; Αρέσανε;
* Πήγανε, φτάσανε σώα και άβλαβης. (Χαμόγελο)
– Προκάλεσες όμορφα συναισθήματα?
* Προκαλώ, προκαλώ αλλά δεν φτάνει πάντα αυτό. Πήγαν λοιπόν, πέντε λευκά τριαντάφυλλα σε κάποιον που δεν το περίμενε. Όχι, κόκκινα, μη παρεξηγηθούμε. Η συνοδευτική καρτούλα έγγραφε: “Λευκά όπως ο Λευκός Γάμος μας. 🙂 Χρόνια πολλά και με πολλά χαμόγελα.” Θυμάσαι την ιστορία με το αστείο του Λευκού Γάμου μου.
– Wow! Κάγκελο έμεινε;
* Δεν ξέρω αν έμεινε, να σου πω την αλήθεια. Φρόντισα να πάνε χθες μια μέρα πριν την γιορτή του.
– Αχα.
* Γύρω στις εννιά το βράδυ σκάει τηλέφωνο για να με ευχαριστήσει. Του κάνω “ Αύριο θα σου στείλω και το μήνυμα κατά παράδοση για χρόνια πολλά.
– Και;
* “Πήρες λευκά τριαντάφυλλα, αξίζεις κόκκινα. Έγινα αιτία για ένα χαμόγελο, αξίζεις την ευτυχία. Σου εύχομαι όλα όσα αξίζεις και κάτι παραπάνω,” λέει η μικρή νεράιδα και γίνεται ξανά αγέρας να φυσά διακριτικά πλάι σου. Το παραμυθάκι σου για την γιορτή σου γιατί όλοι μας χρειαζόμαστε ένα παραμύθι και λίγο μαγεία.” Και τώρα πες μου αν έλιωσες;
– ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΙ! Τι αντίδραση είχαμε;
* Αντίδραση; Βεβαία, πολλά ευχαριστώ και χαμογελά.
– Προσπαθεί να το χωνέψει μάλλον. Τρέλα. Καλά, ήταν μοναδική κίνηση.
* Όπως και να έχει τον σκοπό μου να χαμογελάσει, τον πέτυχα. Όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία. Διασκέδασα τη διαδικασία. Μεταξύ μας, αν δεν θα ήταν ο συγκεκριμένος άνθρωπος, δεν θα το έκανα. Του χρωστούσα ένα παραμύθι, ας πούμε. Έμπνευση αυτές τις μέρες σου λέω. Το έχω πει, ότι όταν μπορεί μια σκέψη σου να ζωγραφίσει ένα χαμογέλο,πιάνεις ένα κομμάτι ευτυχία. Εξάλλου, ποιος είπε ότι η πραγματική ζωή δεν γράφει τα πιο όμορφα παραμύθια;
Τρίτη βράδυ, ετοιμάζω βαλίτσα για Λονδίνο. Ταξίδι στα μέτρα της αυθόρμητης φύσης μου. Το κανόνισα σε ένα απόγευμα κάνοντας αστεία με φίλους. Κάπως έτσι μεταξύ σοβαρού και αστείου μου προέκυψε και μια συνάντηση με πολύ καλό και αγαπημένο φίλο από τα παλιά εκείνο το βράδυ. Έτσι για να τα πούμε.
Όχι άπλα φίλος, υπομονετικός μέντορας στις επαγγελματικές μου ανησυχίες, τρυφερή συμπαράσταση σε στενοχώριες, και ανάσα σε σημαντικές στιγμές. Σαν φύλακας άγγελος εμφανίζεται μέσα στα χρόνια και δίνει ασυνείδητα κουράγιο. Μεταξύ μας, είναι και ο μεγαλύτερος έρωτας που έχω γνωρίσει πότε. Έμεινε κάπου μισό – ανεκπλήρωτος, αλλά προσφέρει μέχρι και σήμερα μια γλυκιά γεύση και ένα ζεστό συναίσθημα. Το τηλεφώνημα για “Καλό ταξίδι” ζωγράφισε ένα χαμόγελο στο πρόσωπο μου για το όποιο δεν ντρέπομαι. Με ένα τέτοιο συναίσθημα άφησα για λίγες ημέρες την Αθήνα για να επισκεφτώ το Λονδίνο και την Θεία (δεν ρωτάμε ποια Θεία, μια είναι η Θεία).
Σαν μικρο παιδί χάζευα από το παράθυρο του ταξί, που θύμιζε παλιές ταινίες των δεκαετιών του ’50 και του ’60, την Λονδρέζικη νύχτα. Είναι η τελευταία μου μέρα στο Λονδίνο. Δεν θυμάμαι ποσό περπάτησα αυτές τις μέρες για να ανακαλύψω αυτή την μαγική πόλη που με το που κατεβαίνεις από το αεροπλάνο σου μεταφέρει τον παλμό της. Πολύχρωμος, πολύπλευρος,πολυαρωματιστός…από όλα πολύ. Δεν τσιγκουνεύεται.
Πρώτη στάση, London Bridge, περπατατημα στη Southwark Cathedral, περνάω την γέφυρα και περπατώ έως τον Tower of London, διασχίζω την Tower Bridge, φτάνω στο Design Museum μέσω Shad Thames. Στο Design Museum μαγεύομαι για δεν θυμάμαι πόσες ώρες. Φεύγοντας από το μουσείο με συνοδεύομαι από βιβλία, φωτογραφίες και πολλές εντυπώσεις στο Queen’s Walk δίπλα στο ποτάμι Thames.
Ήμερα δεύτερη, με το μετρό Tottenham Court Road και λίγος δρόμος μέχρι το British Museum για συνάντηση με την ιστορία Αφήνοντας μετα από αρκετές ώρες στο μουσείο, περπάτημα στην Oxford Street με κάποιες στάσεις για ψώνια. Φτάνω Oxford Circus. Στρίβω Regent Street, φτάνω στη Royal Academy of Arts και έπειτα Piccadilly Circus, National Protrait Gallery National Gallery, λίγο πιο δίπλα η Trafalgar Square. Διασχίζω την Whitehall Parliament Street, περνώντας Houses of Parliament, Big Ben και Westminster Abbey, στρίβω Victoria Street και φτάνω αισίως Buckingham Palaca Road που με οδηγει στο Buckingham Palace. Περνάω το Queen Victoria Memorial, παίρνω από εκεί τον δρόμο The Mall, δίπλα μου το Saint James Park. Στη Trafalgar Square, μετρό από το Charing Cross προς Camden για καφέ και χάζεμα και μετά noodles στο Wagamama.
Επόμενη μέρα, στο πρόγραμμα ένα από τα πιο θηλυκά αθλήματα όλων των εποχών, το shopping therapy. Λατρεμένη στάση, στο μαγαζάκι με τα αραβικά αρώματα Αρωματό-ηδονή ομολογουμένως Μια σταγόνα και όλες οι αισθήσεις ταξιδεύουν σε παραμυθένιους προσανατολισμούς χιλίων και μιας νύχτας.
Αμετρήτες συζητήσεις με φίλους για σχέσεις, πολιτική, δουλεία, παιδεία, πολιτισμό. Αυτές οι μέρες έμοιαζαν σαν με τα φοιτητικά μου Σαββατοκύριακα όταν πήγαινα στους δικούς μου. H μόνη διαφορά είναι ότι πήγα να μείνω σε φιλικό σπίτι να ξεχαστώ. Από το άγχος και την πίεση της δουλειάς (με την όποια είμαι ερωτευμένη) και να αφήσω καταστάσεις του περασμένου δύσκολου χειμώνα πίσω μου. Αύριο το ταξίδι συνεχίζεται με μια σύντομη στάση στην Αθήνα για να βάλω πλώρη προς ένα νησάκι του μαγευτικού Αιγαίου και να επιστρέψω τελικώς πάλι στο χάος των Αθηνών που άλλοτε είναι δημιουργικό άλλοτε δυσβάσταχτο. Μόνιμη συντρόφια στην ζωή μου τα αεροδρόμια, οι σταθμοί τρένων και λεωφορείων, τα λιμάνια.