“Είναι κάτι σταυροδρόμια μαγεμένα που συναντιόμαστε και ύστερα χανόμαστε. Πόσες φορές δεν έκλαψα για σένα. Που ζήσαμε μαζί τόσα πολλά και πια δεν γνωριζόμαστε. Νύχτωσε νύχτα και σκέπασε με. Νύχτωσε νύχτα, νύχτωσε και παρηγόρισε με. Μαργαριταρένια μου, φεγγαρολουσμένη, δεν ήξερες, δεν ήξερα και μπερδευτήκαμε. Αυτό που μας ανήκει το κάνουμε κομμάτια, δεν έφτανε η αγάπη που ορκιστήκαμε, χαθήκαμε….Αυτό που με πειράζει, πως πάω την απουσία σου να συνηθίσω.”
Π.&Χ. Κατσιμίχας “Νύχτωσε νύχτα”
( Δεν αφήνω να την συνηθίσω, όμως.)

Ως εργένισσα είναι που και που περίεργο να γυρνάς σπίτι και να μη σε περιμένει κανένας…Καλά, πάντα βαράει το καθιερωμένο τηλεφώνημα της Μάμας στη διάρκεια της ημέρας.
“Τι κάνεις, παιδί μου;” “Δουλίτσα, Μαμά.”
Ακόμα και τώρα μετά από τρία χρόνια οι γονείς δεν έχουν συνηθίσει ότι η μικρή της οικογένειας έχει μεγαλώσει, εργάζεται. Συχνά αγχωμένη…αυτό το είχε από μικρή όπως λένε, φιλόδοξη, ρομαντική, με πάθος…Δύσκολα να τις αποσπάσεις ένα συμβιβασμό όταν το σκληρό της το κεφάλι δεν γυρνάει με τίποτα εκτός αν φάει τα μουτράκια της ή το σπάσει τρόπος, του λέγειν.
Το ξημέρωμα της Κυριακής την βρήκε στα σοκάκια του Κολωνακίου και των Εξαρχείων περπατώντας. Τέτοιες στιγμές ο τσαμπουκάς για την όποιο φημίζεται στην παρέα σπάει, μη σας πω ότι σχεδόν εξαφανίζεται και κάνει στην άκρη για χάρη παιδικής γλυκύτητας. Το μαλλί ανέμελο ακουμπάει στους ώμους της, και τα μεγάλα μάτια που λάμπουν όταν ανακαλύπτουν κάτι καινούργιο, ενδιαφέρον. Φτάνει στο παρκάκι των Εξαρχείων. Ένα χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπο της. Στη σκέψη της ο φίλος που πάλευε μαζί με άλλους γι’ αυτή την μικρή όαση στο κέντρο της Αθηνάς.
“Τι θα κάνει άραγε” σκέφτεται, κρατώντας το κινητό στο ένα χέρι και ψάχνοντας τον αριθμό του. Βρίσκει τον αριθμό. Χαμογελάει και κλείνει το κινητό. Δεν είναι κόλλημα, είναι μια γλυκεία ανάμνηση που περίεργες δύσκολες στιγμές την ανακουφίζουν. “Θα είναι καλά”, σκέφτεται με την εικόνα του να εμφανίζεται στην φαντασία της και να της χαμογελάει, λέγοντας “Well done, Ντινάκι.”
“Wished you were here”, του απαντά, κλείνει τα μάτια της για δυο δευτερόλεπτα και συνεχίζει το περπάτημα στην πόλη.
Y.Γ. Οι άνθρωποι πάνε και έρχονται στις ζωές μας. Η μνήμη τους μένει. Κάποιες φορές ανήκουν οριστικά στο παρελθόν και κάποιες άλλες είναι φωτεινός φάρος για το μέλλον. Μπορεί να μην είναι πλεόν μέρος της καθημερινότητας μας αλλά η αίσθηση ότι είναι δίπλα μας δεν φέυγει, δίνει δύναμη…και δημιουργεί κειμενάκια.
Photo: Flickr