Ένας χρόνος, 365 μέρες, 365 επί 24 ώρες και αυτές επί 60 λεπτά και έπειτα 60 δευτερόλεπτα. Αμέτρητα δάκρυα, αμέτρητες νύχτες για το γαμώτο. Μια ελπίδα και μια ακόμα μεγαλύτερη ευχή για να μη πούμε όνειρο. Μια περηφάνια που ποτέ δεν ξεσπά από πόνο και οργή άλλα επιλέγει την επικίνδυνη σιωπή. Ένας χτύπος καρδίας που ακούγεται ακόμα και στην βοή του δρόμου.

Ένα χαρέμι τύπων που θέλουν να δαμάσουν ένα ανήσυχο πνεύμα και αγύριστο κεφάλι, να το φέρουν στα μέτρα τους. Ένας απατεώνας που σχεδόν αγάπησε αυτό το αγύριστο κεφάλι άλλα αδύναμος να μην κάνει αυτό που ξέρει καλά, να είναι απατεώνας.
Ένας πρίγκιπας που δεν κατεβαίνει ποτέ από το ψηλό του άλογο για να κάνει αυτό που έπρεπε να κάνει, να το προστατέψει αδύναμα πλάσματα.
Ένας νεραϊδοπατέρας που ήθελε να προστατέψει μια μικρή νεράιδα από τον πόνο αλλά έρως ανίκητε μάχαν και η νεράιδα άνοιξε φτερά.
Ένας διανοούμενος που μαγεύτηκε από τα μαγικά φτερά που διαλύθηκαν μόλις πήγε να τα αγγίξει. Ένα ξωτικό που γιατρέψε τα πληγωμένα φτερά της νεράιδας.
Ένας απλός θνητός που φοβήθηκε την αστερόσκονη και ένα παιδί που την άγγιξε. Ενώ το ερώτημα είναι τόσο απλό και τόσο δύσκολο ταυτόχρονα.
Παραμύθια που γράφονται για μεγάλα παιδιά, αλλά τα καταλαβαίνουν τα μικρά. Στιγμές με χορούς slow σε χριστουγεννιάτικα γειτονικά παγκάκια με μαέστρο τον παγωμένο αέρα στα δέντρα. Βόλτες στην παραλία με μουσικό χαλί τα κύματα. Κόκκινα τριαντάφυλλα του Αγίου Βαλεντίνου και λευκά της Παναγιάς, παρέα με τα πιο γλυκά ραβασάκια. Στιγμές που ενήλικες γίνονται για λίγο παιδιά και παίζουν με το νάζι όπως θα παίζανε μπουγέλα την τελευταία μέρα του σχολείου.
Τα πιο θλιμμένα πρασινογαλάζια μάτια να χαζεύουν τον ουρανό με τ΄άστρα, τα ηλιοβασιλέματα και εκεί που δακρύζουν να βλέπεις μια σπίθα πάθους για ζωή μέσα τους. Φωτιά που καίει με την δύναμη της καρδίας.