Whataya want from me

Μια από εκείνες τις κοινωνικές υποχρεώσεις. Μια αίθουσα ασφυκτικά γεμάτη. Εκείνη ήθελε να φύγει πριν μπει. Ξαφνικά με φανίζεται εκείνος. Είχε να τον δει καιρό. Εντελώς φυσικά, λες και δεν μπορούσε να είναι αλλιώς, βγαίνουν στο στενό μπαλκονάκι που έβγαινε στην Σταδίου για ένα τσιγάρο στα γρήγορα. Τελειώνουν τα τσιγάρα. Εκείνη μένει για λίγο ακόμα στην κοινωνική αυτή εκδήλωση. Φεύγει βιαστικά. Μπαίνει σε ταξί για να πάει προς Καλλιμάρμαρο, όπου την περιμένει ένα ποτήρι prosecco και κουβέντα σε φιλικό περιβάλλον. Σε ένα περιβάλλον όπου είναι απλά ο εαυτός της, μακριά από τα φώτα.

Την επόμενη μέρα το μεσημέρι  καταρρέει μπροστά στον Αγιο Διονύση στο Κολωνάκι. «Κράτα με ενήμερο» της λέει στο τηλέφωνο. Και που θα τον κρατήσει, τι αλλάζει;

Σαν πως ήρθε ποτέ με την ψυχή του όταν τον είχε ανάγκη, σαν πως είναι έτοιμος να γίνει προστατευτικό πέπλο έχει εκείνη να ανασάνει ξανά και βρει τις δυνάμεις της. Όσο εκείνος και να ισχυρίζεται πως την αγαπά, την αγαπά από μακριά γιατί από κοντά δεν αντέχει «μια αγάπη τόσο δυνατή», όπως έλεγε. Ενώ κλείνει ακούγεται από το ραδιόφωνο το τραγούδι τους και  του ψιθυρίζει τους στοίχους «Whataya you want from me»

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *