Φεύγουν οι μέρες

Βραδιά γιορτής. Η Ελένη και ο Πέτρος παντρεύονται. Χορεύει ο Πέτρος το πρώτο ζεϊμπέκικο της βραδιάς, την Ευδοκία, και δίνει παραγγελία η Ελένη για ένα επόμενο. Στήνεται ο κουμπάρος να τους τιμήσει. Γονατίζει μπροστά την φιλή της Ελένης, το αγρίμι, και της παραχωρεί την σκηνή. Γονατίζει η νύφη και μαζί της όλη η παρέα. Το ζείμπέκικο είναι το γαμήλιο δώρο. Είναι όλοι κάπως πριν την αποφοίτηση από το Πανεπιστήμιο, με όνειρα. Σχεδόν όλοθ τους δουλεύουν ήδη, εν μέρει από ανάγκη, εν μέρει από πεποίθηση. Μπορείς να ακούσεις το κομμάτι σε όλη την γειτονιά, η Φτωχογειτονιά. Κάπου στην Δυτική Αθήνα.

“Τι πράγματα είναι αυτά που δείχνετε; Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πεινασμένοι ούτε τρελοί που να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Κάνετε προπαγάνδα”.

Αντιθέσεις και καθρέπτες

Η διαδρομή με το λεωφορείο περνά από την Λένορμαν. Πέρα από το παλίο Καπνεργοστάσιο και κάποια ίχνη μιας άλλης εποχής, μπορεί να διακρίνει κανείς και τις επιχειρηματικές τάσεις: τυροπιτάδικα, καταστήματα κινητής, delivery, αγορές χρυσού, μόνο το frozen yogurt λείπει, αλλά μπορεί να έρθει και αυτό, που ξέρεις. Κατεβαίνω στο Μεταξουργείο, κάπου μεταξύ Μεγάλου Αλεξάνδρου και Λεωνίδου.

Σαν να χάνεσαι μέσα σε μια άφωνη γειτονιά που ξεχωρίζει άθελα της από τον βωμό της πόλης, που τον θυμίζουν κάποιες παρεμβάσεις. Η ζέστη αφόρητη και ο φόβος που κυριαρχεί στα στενά αισθητός μέσα στην αίσθηση ελευθερίας. Δεν ταιριάζουν εδώ οι ενδυμασίες των σαλονιών της υψηλής πολιτικής, μορφωμένης και πολιτιστικής Αθηναϊκής κοινωνίας, ή αυτής που παριστάνει πως είναι υψηλή κουλτούρα. Εδώ η ανθρωπιά δεν βασίζεται σε βιτρίνες αλλά ουσία. Φτάνω Ιερά Οδό, βλέπω από μακριά το studio, βαμμένο σε μια απόχρωση του λαχανί που φέγγει υπό την σκιά της Ακρόπολης.

Ιδιότητα: Nέος άνθρωπος

Το περασμένη καλοκαίρι, βρέθηκα σε μια παρέα διάσπαρτη σε Ελλάδα και εξωτερικό, που ένιωσε την ανάγκη να μιλήσει σε μια διαφορετική γλώσσα, με αυτό που ονομάζουμε “μεράκι” στα Ελληνικά, ώστε να κινήσουμε όχι μόνο την γενιά μας αλλά και όσους πιστεύουν ακόμα στα όνειρα γιατί είμαστε πολύ νέοι για να “τα παρατήσουμε” ακόμα και σε μια κρίση.

Red light
Credits: Asteris Masouras

«Κάποιος που προσπαθεί, δουλεύει σκληρά και δοκιμάζει διαφορετικούς τρόπους για να πετύχει…λίγες έννοιες που δίνουν ουσία στην λέξη “επιχειρηματίας”. Δυστυχώς, η επιχειρηματικότητα εμφανίζεται συχνά ως τρόπος οικονομικής αποκατάστασης και ως lifestyle, αντί να περιγράφεται ως μία κινητήρια δύναμη που ενθαρρύνει τους ανθρώπους να εξελιχθούν, να ανταλλάξουν ιδέες, να δημιουργήσουν και να επιδείξουν ειλικρίνεια, σεβασμό και ταπεινότητα. Για εμάς, η επιχειρηματικότητα είναι ένα εργαλείο προς την αναδιαμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας και της σύνδεσης της με τον κόσμο,» γράψαμε με εκείνη την παρέα πρόσφατα σε ένα άρθρο με τίτλο «Χτίζοντας το μέλλον με βάση το παρόν», περιγράφοντας όχι μόνο το τι πιστεύουμε για την προεκλογικά πολυσυζητημενη επιχειρηματικότητα αλλά και για την δική μας ματιά στο παρόν της Ελλάδας.

Πέρα από τα γνωστά προβλήματα που καλείται η χώρα μας να λύσει τα επόμενα χρόνια, η κρίση δοκιμάζει την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπως την γνωρίσαμε και με την όποια μεγάλωσε η γενιά μας. Γνωρίζουμε καλά πως καλούμαστε να συμβάλλουμε ενεργά στα νέα δεδομένα και πως οι σταδιοδρομία μας διαφέρει αρκετά από προηγούμενες γενιές.

Η κοινωνία των ανθρώπων τυχαίνει πολλές φορές να χάσει τον προορισμό της ή ακόμα και να ξετροχιάζει από τον δρόμο της μέσα στην ιστορία. Η Ελλάδα κυνήγησε και εν μέρει ακόμα κυνηγά την ματαιότητα, τον γυαλιστερό τρόπο ζωής που την κάνουν να ξεγλιστρά και να ξεχνά τις αξίες που δίδαξε στον κόσμο.

Σημασία έχει όμως, πως η Ελλάδα έχει να αποδείξει στον εαυτό της πως θα τα καταφέρει και να ξαναθυμηθεί το πνεύμα της και να χτίσει γερές δομές γύρω από αυτό. Εμείς απλά βάζουμε ένα ακόμα λιθαράκι σε αυτό.

 

Ελπίδα θέα Ακρόπολη

Μπαγασάκο, συγκινήθηκα σου λέω. Τόσα χαμόγελα είχα καιρό να δω. Βλέπεις τα μάτια τους. Λάμπουν. Ευτυχώς δεν βλέπεις τα δικά μου γιατί έχουν δακρύσει.

Γεύση Κυριακής

Κυριακή βράδυ, αρχές Νοεμβρίου και μια παρέα αποχαιρετά την μέρα με θέα την Ακρόπολη με μπύρες και ποτήρια κρασί στο χέρι. Χαμόγελα ανακούφισης και χαράς διαψεύδουν την εικόνα που θέλει να επικρατεί στα μέσα για την Ελλάδα. Η Αθήνα, τόπος γέννησης τεχνών, επιστημών και ανθρώπινων αξιών από αρχαιοτάτων χρόνων. Η παρέα πίνει στην υγειά της. Λίγες μέρες αργότερα, σε ένα μικρό εστιατόριο, η αισιοδοξία τους φωτίζει εκ νέου τον χώρο.

Sunday
Sunday by kpvl, on Flickr

Οι σκέψεις τους βρίσκουν έκφραση σε συζητήσεις και τα βιώματα τους:

Διαβάζουμε για την Ελλάδα της κρίσης.
Βλέπουμε μια Ελλάδα γεμάτη φως.
Ακούμε για τους Έλληνες που δεν είναι ενωμένοι.
Νιώθουμε μια Ελλάδα με έντονη αίσθηση «κοινότητας» και αλληλεγγύης.
Βλέπουμε ιδιωτικές πρωτοβουλίες να αλλάζουν τα δεδομένα.

Ποιος είπε πως πάσχουμε από κρίση; Από κρίση ταυτότητας πάσχουμε και ενώ έχουμε την ευκαιρία για να γράψουμε την σύγχρονή ιστορία της χώρας αλλά και της Ευρώπης, μας κυβερνά η μοιρολατρία, λες και ξεχάσαμε πως μετά από κάθε πτώση, η ιστορία έχει ανοδική πορεία.

Ποιος σας είπε πως η ιστορία γράφεται με τους κανόνες των άλλων;

Οι παρέες γράφουν ιστορία. Το περιεχόμενο είναι στο χέρι μας.

Πικρός καφές της παρηγοριάς ή μερακλίδικος που ξυπνά αισθήσεις;

Ε (λ) πι-ζω Ελλάδα

Αεροδρόμιο για άλλη μια φορά αυτές τις μέρες. Μόλις αποχαιρέτησα αγαπημένο πρόσωπο. Όσο μεγαλώνω γίνεται και πιο δύσκολο όταν μένω πίσω. Η αγάπη για την Ελλάδα ευχή και κατάρα. Τα μέσα μαζικής μεταφοράς έχουν για άλλη μια φορά απεργία.

O ύπνος με παρασύρει στην αγκαλία του σε μια καρέκλα μπροστά στο περίπτερο για συνάλλαγμα για δυο ωρίτσες περίπου, αν και όχι άνετες, αλλά τις είχα ανάγκη. Με ταλαιπωρεί πυρετός και κρύωμα από το τελευταίο ταξίδι στα χιόνια. Ξυπνάω. Πάω στο μπάνιο για ένα φρεσκάρισμα για να με πάρει συνεργάτης από το αεροδρόμιο.

Αποφασίζουμε να πάμε μια βόλτα στο δάσος στην Καισαριανή αντί για καφέ. Περπατάμε μέσα από τα δέντρα με θέα την Αθήνα. Ηρεμώ για λίγο και σαν να με αφήνει και ο πυρετός. Κατά τις 10 συντονιζόμαστε για την σημαντική συνάντηση των 12 για τον χώρο του Startup Live Athens, εν μέρει με θέα την Ακρόπολη. Βλέπω τον Παρθενώνα και δακρύζουν τα μάτια μου, από χαρά αυτή την φορά. Λίγο ακόμα κοριτσάκι, και άστους να λένε.

Κάποιος μου έκανε τις προάλλες μια περίεργη πρόταση να “αποδουλέψω κάτι με τις υπηρεσίες μου”. Δεν ακούστηκε κομψό ούτε πολιτισμένο, αλλά ίσως φταίει που είμαι από διαφορετική πάστα, λιγότερο σάπια, ίσως δεν κατάλαβα σωστά, αλλά τι σημασία έχει; Κάπως έτσι έφτασε η Ελλαδίτσα να διαφημίζεται για τα χειρότερα της αντί για τις ομορφιές της και κυρίως την ανθρωπιά και τις αξίες της.

Διάβασα κάπου το εξής:

Άνθρωποι με αξίες, ήθος και ποιότητα που ξεχωρίζει. Μπράβο σε όλους σας, μπορούμε να ελπίζουμε ότι μια νέα Ελλάδα γεννιέται μέσα από εσάς.

Κάτι γίνεται εδώ

«Εσύ δεν φεύγεις από Ελλάδα. Δεν αντέχεις. Αγαπάς τον τόπο αυτό τόσο πολύ που δεν μπορείς να μείνεις μακριά του,» μου είπε φίλος από τα παλιά και όσο και να ήθελα να του πω πως πρέπει να τον αποχαιρετίσω, ξέραμε ήδη και οι δύο πως τον εαυτό μου πάω να κοροϊδέψω.

Συνεχίζουν οι φίλοι στην παρέα:
«Όπως οι παππούδες σου, ή ακόμα και οι γονείς σου, δεν καταλαβαίνουν τι δουλειά ακριβώς κάνεις αλλά στο περίπου και πως δουλεύεις πολύ, και συνέχεια ρωτάνε για να καταλάβουν και γκρινιάζουν και λιγάκι από αγάπη. Κάπως έτσι και εσύ όλο λες πως θα φύγεις, αλλά δεν εννοείς να φύγεις για λίγο και να γυρίσεις με πιο γερές δυνάμεις. Κάπως έτσι εσύ στην Ελλάδα δείχνεις αντοχή, υπομονή και επιμονή, όπως μια μαμά σε ένα μικρό παιδί, σαν μια δασκάλα με όλα τα μαθητούδια της.»

20110709_011.jpg
By kouk on flickr

Είναι Παρασκευή βράδυ. Έχουμε κάτσει σε ένα ταβερνάκι σε μια γειτονιά της Αθήνας που έχει κρατήσει το άρωμα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Είμαστε μια παρέα διαφορετικών ηλικιών. Συναντηθήκαμε σε ένα σταυροδρόμι κάπου μέσα στην κρίση και ενώσαμε δυνάμεις για ένα καλύτερο παρόν και μέλλον. Είναι από τις στιγμές που γέλια επικρατούν και όχι στενοχώρια. Αισιοδοξία και ελπίδα, τα αισθήματα που κυριαρχούν, και όχι μόνο σαν επιγραφές στα βραχιόλια μας, ούτε μόνο σαν λέξεις στις συζητήσεις μας.

Θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι πριν δυο χρόνια. Θυμάσαι, κανονίσαμε να βρεθούμε μετά από καιρό. Φορούσα το νέο μου φόρεμα και με χάζευες.  Με αποχαιρέτισες με ένα φιλί. Όπως τότε, και σήμερα αγόρασα ένα νέο φόρεμα. Έχει την ίδια ζέστη όπως τότε. Καυτός αέρος αργοπερνά στους δρόμους. Γεμάτες όνειρα οι ματιές. Κάτι γίνεται εδώ. Ήθελα να στο πω, έριξα μια ματιά στα αστέρια όσο περπατούσα από την στάση στην πλατεία προς το σπίτι μου και έκανα μια ευχή για να γίνει αυτό το καλοκαίρι μια νέα αρχή για την Ελλάδα που ονειρευόμαστε.

Σχετικά: Tweet

Ονειροπολώντας εν Αθήναι

Αυτό που με αγανακτεί είναι όταν δεν πείθω. Ειδικά όταν είναι άνθρωπος που θεωρώ πως στέκεται κοντά μου. Δεν έχω πρόβλημα με την αντίθετη άποψη και την αμφισβήτηση. Έχω όμως με την αμφισβήτηση για την αμφισβήτηση χωρίς ουσιαστικό λόγο. Για την αμφισβήτηση που πηγάζει από στενoμυαλοσύνη. Συμβαίνει θα μου πεις. Συμβαίνει. Όμως δεν οφείλει κανέναν.

Μου ήρθε αυτό στο μυαλό:

Here’s to the crazy ones. The misfits. The rebels. The troublemakers. The round pegs in the square holes. The ones who see things differently. They’re not fond of rules, and they have no respect for the status quo. You can quote them, disagree with them, glorify and vilify them. But the only thing you can’t do is ignore them because they change things. They push the human race forward. And while some may see them as crazy, we see genius. Because the people who are crazy enough to think they can change the world, are the ones who do.

 
Το ακούω ξανά και ξανά, ενώ παράλληλα γράφω τις σκέψεις μου.

Οι άνθρωποι που είναι αρκετά τρελοί να πιστέψουν πως μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, είναι εκείνοι που τον αλλάζουν. Άρα όλοι εκείνοι με αρκετά τρελά όνειρα για έναν καλύτερο κόσμο. Δηλαδή όταν πιστεύεις και προσπαθείς για κάτι καλύτερο είσαι ονειροπόλος τρελός. Μπορώ να ζήσω με αυτό. Εσύ μπορείς;

Σε ρωτάω γιατί εμένα δεν μου αρέσει που τα πλάνα ντροπής από την Αθήνα κάνουν το γύρο του κόσμου. Σε ρωτάω γιατί εσύ αποδέχεσαι το status quo; Σε ρωτάω τι σε κάνει να τα παρατάς; Για να μη σε πουν τρελό, για να μη σε πουν ρομαντικό ιδεαλιστή; Τι σε κόφτει, τι πιστεύουν όλοι αυτοί που ξέχασαν τα όνειρα τους μπροστά στην πόρτα του επόμενου βολέματος; Τι σε ενδιαφέρει η γνώμη κάποιων που δεν θέλουν καν να μπουν στη διαδικασία να καταλάβουν το όνειρο; Ξέρω πως αυτός ο κόσμος χρειάζεται όνειρα για να αλλάξει, πολλά όνειρα. Ονειρέψου και εσύ λίγο.

Σα να μη πέρασε μια μέρα…

Χθες κάπου στην Αθήνα. Είχε λιακάδα και σαν να ξέχναγες το γεγονός πως αυτή η πόλη αργοπεθαίνει. Είχε καιρό όπως εκείνο το βράδυ που πήραν φωτιά τα λαπιτόπια και μύριζε ελπίδα. Κάπου εκεί όπως κατέβαινα την Ερμού και περιπλανιόμουν στα στενάκια του κέντρου σαν να άκουγα τον ήχο της φωνής σου να λέει «Γειά σας» και χαμογέλασα. Αναμνήσεις γλυκιές σαν γλυκό του κουταλιού. Θυμήθηκα την αγωνία μου για σένα και τα όνειρα που ξανάκανα από τότε που σε γνώρισα. Είχα τόσα πράγματα να σου πω και δεν πρόλαβα.

Θυμήθηκα την ερώτηση μου στον ΓΑΠ, την ραδιοφωνική μου αφιέρωση για σένα… και πως μια μέρα αποφάσισες πως δεν θέλεις να έχεις καμία επαφή μαζί μου. Τόσο σε πίεσε το συναίσθημα, τόσο δεν άντεξες πως κάποιος σε νοιάζεται. Σταμάτησα να γράφω.

Φεύγουν φάκελα προς διάφορες χώρες της Ευρώπης. Ετοιμάζονται πλάνα για τα επόμενα βήματα ανάλογα ποια χώρα τελικά θα γίνει προορισμός μου.

Σου είχα πει κάποτε σε εκείνον τον καφέ:

Αν έχω λόγο θα γυρίσω, όπως έχω και λόγο να φύγω. Η ευτυχία είναι ένα ταξίδι και το δικό μου εισιτήριο λέει να αλλάξω διαδρομή για να πάω εκεί που ανήκω.

 

Καλό μου ταξίδι…όποιος και να είναι ο τελικώς προορισμός.

Ματιά προς την Ακρόπολη

Κάποιος σοφός είπε πως, η λεπτομέρεια κάνει την διαφορά. Πως την κάνει άραγε;

Σκηνικό: Πάτησα στην βιασύνη μου τον κωδικό της κάρτας μου λάθος στο μηχάνημα ανάληψης σε κάποια στοά του κέντρου. Μου κράτησε την κάρτα. Συμβαίνει. Έτσι και αλλιώς είχα δουλειά στην τράπεζα όποτε μπαίνω στο κατάστημα εντός της στοάς. Ρωτάω για βοήθεια. Φωνάζουν τον υπεύθυνο, ο οποίος έρχεται με την κάρτα.  Πηγαίνουμε μαζί στην υπεύθυνη για θέματα καρτών (ας την ονομάσουμε έτσι. Μου ζητά ταυτότητα, βγάζω το διαβατήριο. Το κοιτάει από εδώ, το  κοιτάει από εκεί, το στρέφει, το ανοίγει, το κλείνει. Προσπαθώ να καταλάβω τι ψάχνει η σοβαρή κυρία ή μάλλον δεν θέλω να καταλάβω τι είναι αυτό που αναρωτιέται και ψάχνει.

Διακριτικά βγάζω την άδεια διαμονής και της λέω με απαλή φωνή και το πιο ευγενικό χαμόγελο μου: «Αν χρειάζεται, μπορώ να σας δώσω και την άδεια διαμονής.»

Την αρπάζει βιάστηκα και συνεχίζει ψάξιμο, εναλλάξ πλέον διαβατήριο και άδεια διαμονής. Ευτυχώς δεν είχε σειρά. Το δείχνει στον προϊστάμενο. Τις δείχνει να περάσει τα στοιχεία. Φεύγει ο προϊστάμενος. Συνεχίζει η κυρία το ψάξιμο.

Με κοιτάει για μια στιγμή και λέει: «Δεν μπορώ να βρω πουθενά την χώρα προέλευσης.»

Απαντάω με σταθερή φωνή σε ευγενικό ύφος, κοιτώντας την στα μάτια: «Aυστρία, Austria.»

Κλείνει η κυρία διαβατήριο και άδεια διαμονής και μου τα επιστρέφει.

Τελειώνω με τις δουλειές μου στο ταμείο, ανοίγω την πόρτα και μετά από λίγα δευτερόλεπτα ένα σφίξιμο στην καρδία και σαν να δάκρυσαν τα μάτια μου. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και περπατάω την Σταδίου μέχρι το Σύνταγμα, παίρνω την Έρμου προς Θησείο, κοιτάω την Ακρόπολη, ανάσα.

Σκέφτομαι: «Δεν βαριέσαι. Δεν μπορείς να το αλλάξεις. Δέξου το όπως είναι.»

Ανάσα. Φτάνω Θησείο, παίρνω τον πεζόδρομο προς Γκάζι. Κοιτάζω ξανά προς Ακρόπολη, περνάω από τον Κεραμεικό.

«Tι στενοχωριέσαι, δεν έχει νόημα. Ίσως.» λέει μια φωνή μέσα μου.

Ξέρω πως δίνω μεγάλη σημασία σε μια τέτοια, ασήμαντη σε πολλούς λεπτομέρεια. Αλλά με πειράζει αυτή η λεπτομέρεια, με πονάει. Ίσως επειδή όλους μας πειράζει να νιώθουμε ξένοι στο σπίτι μας. Όλα στο μυαλό μας είναι, αλλά όπως και να το κάνουμε όλοι θέλουμε να ανήκουμε κάπου. Αυτό το κάπου το κάνουν οι άνθρωποι.