Ραβασάκια με αφιερώσεις

Καλοκαίρι, καλοκαιράκι με τους έρωτες τις διπλανής ψάθας και του τραπεζίου απέναντι να έρχονται απαλά σαν το αεράκι το βράδυ με ηλιοβασίλεμα. Πάνε χρόνια πολλά. Έφηβοι τότε και οι δύο. Εκείνος δούλευε σερβιτόρος σε μπαράκι και εκείνη περνούσε της μέρες της σε ένα ποδήλατο και βόλτες με τα κορίτσια.

Τον είχε ερωτευτεί όταν τον πρωτοείδε και πάντα ήθελε την προσοχή του, είτε στους αγώνες σκάκι που οργάνωνε η παρέα τα απογεύματα, είτε με τις αντοχές της στο ποδήλατο, είτε με τα νάζια που του έκανε.

Όταν εκείνος γυρνούσε τα χαράματα από την δουλειά, έβρισκε στο μαξιλάρι του πριν ξαπλώσει, τα ραβασάκια της, με αφιερώσεις τραγουδιών. Της άφηνε και εκείνος στο ίδιο σημείο τα δικά του. Εκείνη έμπαινε στα κρυφά τα απογεύματα στο δωμάτιο του από την βεράντα με την βοήθεια της φίλης της, και αδερφής. Όμορφο θέαμα να τους έβλεπες πόσο προστάτευαν το μικρό γλυκό τους μυστικό. Τόσο πολύτιμο τους ήταν.

Εκείνο το καλοκαίρι, εκείνη ήταν μόλις δεκαπέντε, πήρε και το πρώτο μακρύ της φόρεμα, σκούρο μπλε, σχεδόν μαύρο, με σκίσιμο στο πλάι και δέσιμο στο λαιμό και το φορούσε μόνο για εκείνον. Έτσι του είχε υποσχεθεί και εκείνος φρόντιζε να την κάνει να χαμογελάει.

Σαν σήμερα λοιπόν φόρεσε εκείνο το φόρεμα. Πήγε να πάρει την φίλη της για την καθιερωμένη απογευματινή βόλτα. Εκείνος την έβλεπε να πλησιάζει από το δωμάτιο του. Την χάζευε. Όταν έφτασε βγήκε έξω για να την χαιρετίσει. Μητέρα και αδερφή έκαναν πως δεν άκουγαν από το σαλόνι.

Το κορίτσι ανεβαίνει τις σκάλες του σπιτιού. Στέκεται στην πόρτα του αγοριού μπροστά. Εκείνος την αγκαλιάζει στην μέση και το πρώτο τους φιλί έγραψε ιστορία, όπως και το τελευταίο τους που μόνο το φεγγάρι και τ’ άστρα είχε μάρτυρες.

Εισιτήριο στην τσέπη

Δεν θυμάμαι τι μέρα ήταν τότε. Θυμάμαι πως έγραφα την ριμαδοπτυχιακή. Δως του διορθώσεις και ράψε και ξήλωνε. Δως του ξανά επεξεργασία κύριος κειμένου και παραπομπών. Έπρεπε να έχω και μανία με την τεκμηρίωση τρομάρα μου, μέσα στο καλοκαίρι
Λάθος, και τον χειμώνα την είχα.

Μου την έδωσε, σαν σήμερα, θυμάμαι, παράτησα το λάπτοπ, τα βιβλία και τις σημειώσεις, φόρεσα το αγαπημένο μου τζιν, τις πάνινες μπαλαρίνες, έπιασα φεύγοντας από την πόρτα ένα ελαφρύ ζακετάκι και πήρα το λεωφορείο για το Θέατρο Πέτρας. Έκανε αποπνικτική ζέστη.

Στα χέρια μου ένα μπουκάλι νερό. Συναυλία ήταν να ξεκινήσει. Δεν είχα εισιτήριο, οπότε πήγα από εκείνο το σημείο που μου έμαθαν φίλοι και σκαρφάλωσα με το φως του κινητού το βράχο. Μόνη μου. Βρήκα ένα βραχάκι με θέα και έκατσα.

Λίγο πριν το τέλος της συναυλίας σκαρφάλωσα προς τα κάτω. Αυτή την φορά από την πλευρά του συναυλιακού χώρου. Περπάτησα μέχρι το σπίτι. Μπαίνω στο διαμέρισμα, αφήνω σε μια καρέκλα το τσαντάκι και το ζακετάκι και βγάζω το κινητό για να το αφήσω στο γραφείο, μαζί με το εισιτήριο που με ταξίδεψε στην συναυλία.

Έκατσα και πάλι στην οθόνη και συνέχισα να γράφω σαν να μην είχε διαμεσολαβήσει στιγμή από τότε που σηκώθηκα και την κοπάνησα για λίγες ώρες για να μυρίσω το καλοκαίρι. Εκείνο το καλοκαίρι τότε ήταν πολύ γλυκό, είχε γεύση freddocchino και χρώμα βαθύ κόκκινο όπως αυτό της πανσέληνου του. Το φετινό άραγε τι γεύση και χρώμα θα έχει;

 

Ζέστη ζεστένια

Moon Rise
Moon Rise by Ben Lat

Σαββατόβραδο. Ήρεμη βράδια μετά από καιρό συνειδητοποιώ πως έχουν ηρεμήσει ευχάριστα τα βράδια μου. Κάνει ζέστη, από εκείνες της ζέστες που κάθεσαι στο μπαλκόνι μπας και σε δροσίσει το περαστικό αεράκι, μπας και σωθείς από το κλιματιστικό και τους ανεμιστήρες. Από εκείνες τις ζέστες που δεν σε πιάνει ο ύπνος και σηκώνεσαι τακτικά για να πιεις νερό. Εκείνα τα βράδια που χαζεύεις το φεγγάρι και τα αστέρια όσο βράζει η άσφαλτος και τα μπετά της γειτονιάς. Είναι περασμένη η ώρα και φτιάχνεις άλλο ένα καφέ. Η βόλτα στην κουζίνα ως υποκατάστατο της βόλτας μέσα στην νύχτα μέσα στην πόλη.

Μια τέτοια βράδια έχουμε λοιπόν, και όλο κάτι θέλω να σου πω και δεν τολμώ να στο πω, δεν με αφήνεις να στο πω για να μη πω μεγάλες και βαριές κουβέντες. Αν με αφήσεις να τις πω τι θα γίνει άραγε; Θα είναι λιγότερο ή περισσότερο μεγάλες και βαριές;

Αν τολμάς…

Ένας νέος άνδρας κάτι ξεχώρισε σε εκείνη και ήρθε μια μέρα να το διαπιστώσει από κοντά. Μόνο που εκείνη την φορά εκείνη χάθηκε στο πλήθος. Ήταν μια από εκείνες τις κοινωνικές συγκεντρώσεις που από την μια δεν ξέρεις από που και πως να κρυφτείς και από την άλλη σε συναρπάζει η μάζα ανθρώπων όπου ξεχωρίζεις εκείνα τα μαργαριτάρια ανθρώπων. Προσπάθησε να την συναντήσει ξανά.

Την πρώτη φορά την είδε με την εικόνα που έπρεπε να έχει επαγγελματικά. Σεμνό μαύρο φόρεμα, τακούνια, απαλό βάψιμο.Την δεύτερη φορά αντίκρισε ένα κορίτσι με all-starάκια, τζιν, απλή με τα χέρια στις τσέπες από αμηχανία όταν μιλούσε στο κοινό. Η κοπέλα της διπλανής πόρτας, προσβάσιμη.

Εκείνη τον είδε στο πλήθος. Είδε το καθαρό του βλέμμα. Ο διάλογος πνευματικών κυμάτων ξεκίνησε. Δυο άνθρωποι που έψαχναν να μοιραστούν τα όνειρα τους, τους φόβους τους, τις σκέψεις τους. Η επικοινωνία τους δεν χανόταν στην μετάφραση, μιλούσαν την ίδια γλώσσα, σε πολλά επίπεδα. Όταν το αντιλήφθηκαν, ξεκίνησαν οι συγνώμες, οι ενοχές και οι εξηγήσεις. Κάπως έτσι τα απλά έγιναν περίπλοκα. ‘Αθελα τους. Αυτά τα πράγματα δεν προγραμματίζονται, γίνονται, έτσι ξαφνικά, επειδή το συναίσθημα ξεπερνά την λογική και κάνει την ζωή πιο ανθρώπινη.

Κάπου εκεί για να μην γίνουν πιο περίπλοκα και να μην καταστραφεί μια ανθρώπινη επαφή σπάνια, ή και περισσότερες ανθρώπινες σχέσεις, εκείνη πήρε την απόφαση να εξηγηθεί αντρίκια, ξεκάθαρα. Δεν ήξερε πως να βρει τις σωστές λέξεις και το σωστό ύφος για να του μιλήσει. Αν υπάρχει σωστό ή λάθος σε αυτές τις περιπτώσεις. Δεν ήξερε πως να ονομάσει αυτό το ιδιαίτερο και σπάνιο σκηνικό. Φοβόταν. Φοβόταν να πληγωθεί και όμως μίλησε, είπε τι σκεφτόταν και τι ένιωθε.

Τον άκουγε να απαρνιέται, να εθελοτυφλεί, να μην καταλαβαίνει ή να κάνει πως δεν καταλαβαίνανε. Τον ένιωθε. Εκείνη όμως αποφάσισε να μη σωπάσει και να ζητήσει μια απάντηση που ίσως και δεν θα πάρει.

Δεν έφταιγε κανείς τους. Είχαν τις πιο αγνές προθέσεις χωρίς καμία πονηρή σκέψη. Αλλά οι αγνοί άνθρωποι χτίζουν και αγνές σχέσεις μεταξύ τους, και κάποιες φορές και αναπτύσσεται μεταξύ τους κάτι πολύ ζεστό, γλυκό και όμορφο. Το λένε αγάπη, όποια μορφή και αν πάρει τελικά. Κάποιοι άνθρωποι τρομάζουν με αυτό. Κάποιοι απλά το ζουν.

Σχετικό post:
Marriage material

Ρομαντισμός σε εποχές κυνισμού

Λένε πως το Παρίσι πέρα από πόλη του φωτός, είναι και η πιο ρομαντική πόλη. Χάθηκα χθες τρεις φορές. Ο αριθμός τρία είναι συμβολικός για τα τρία μάτια που φαίνονται να απουσίαζαν όπως το μυαλό μου. Που να είναι άραγε το τελευταίο; Αν και ήρθα για να κάνω δημοσιογραφική κάλυψη, άρα δουλειά, δεν νιώθω πως περιορίζομαι από αυτό. Για μένα και μόνο που εκτίθεμαι σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, είναι ανάσα δροσιάς και ένα γλυκό διάλειμμα από τους περίεργους τελευταίους μήνες.

Porte Saint Denis by extranoise/Till Krech via Flickr

To Παρίσι φωνάζει από τα σοκάκια του, «Έλα να ερωτευτείς.»
Πιστεύω πως δεν χρειάζεται να έχεις ταίρι για να ζήσεις ρομαντικές στιγμές. Προφανώς είναι πιο ιδιαίτερες όταν τις μοιράζεσαι με τον άνθρωπο σου. Όπως με καλεί λοιπόν το Παρίσι να ερωτευτώ, έτσι και ερωτεύομαι … την πόλη και την ατμόσφαιρα της.

Πολλοί γνωστοί, συνεργάτες και φίλοι μένουν εδώ. Αν και έρχομαι για πρώτη φορά , δεν νιώθω ξένη στην πόλη. Είναι λες, και δεν ζούμε σε διαφορετικά μέρη. Η απόσταση μηδενίζεται . Το να μοιραστείς ένα καφέ, σπιτική pasta και ένα ποτήρι κρασί και να δεις την πόλη για λίγο με τα μάτια τους, όπως και εκείνοι βλέπουν στα μάτια σου την Αθήνα και την Βιέννη, είναι ανεκτίμητο.

Τα ταξίδια, είτε είναι πνευματικά, συναισθηματικά είτε σωματικά ή όλα μαζί, είναι στην ζωή, ότι είναι ο γαλανός ουρανός στην Αθήνα και ο καφές στην Βιέννη. Αξία ανεκτίμητη.

Πίσω από λέξεις

– Tι κάνεις μικρή;

Την λέει μικρή από τότε που γνωριστήκανε. Ακόμα θυμάται με τι κέφι κανόνισε και πήγε να τον βρει στο Γκάζι.Είχαν καιρό να βρεθούν από κοντά και για πρώτη φορά θα έβγαιναν για ένα ποτό οι δυο τους στα χαλαρά.Πέρασε καιρός από τότε που τα είπαν την τελευταία φορά.

~  Μια χαρά. Εσύ; – Τι κάνεις; Πως τα περνάς;

~  Δίνω εξετάσεις αύριο. – Δηλαδή δεν θα το ξενυχτίσεις σήμερα;

~  Αν υπάρχει λόγος θα ξενυχτίσω. Αν δεν υπάρχει, δεν θα το κάνω. Αφού με ξέρεις, είμαι χαλαρή.

– Τι λόγος να υπάρχει δηλαδή;

~  Give me an unreasonable reason. – Μπορεί να πω χοντράδα.

~  Και να πεις, ξέρεις εγώ θα σε πάρω στα σοβαρά
– Για σεξ δηλαδή;

~  Για καλό σεξ, ναι. – Μου την λες τώρα;

~  Εγώ; Γιατί καλέ; Με ρώτησες και απάντησα. (
και όποιος έχει τη μυγά μυγιάζεται, σκέφτεται)

Continue reading Πίσω από λέξεις

O καλός άνθρωπος της καλής Ελλάδας

Οι πρωινές ώρες βρέθηκαν στους δρόμους που ήταν νωποί από την ανοιξιάτικη βροχή ή ίσως ήταν από δάκρυα για τον χαμό ενός αγαπημένου προσώπου ή και για ένα κομμάτι καλή Ελλάδα;

Ο άνθρωπος που έπαιζε στις ταινίες των παιδικών μου καλοκαιριών, συνομήλικος των παππούδων μου, που υπεραγαπώ, έγινε άνθρωπος δικός μου, ζωγράφιζε χαμόγελα, και δίδασκε σοφία ανθρωπιάς.

«Τι να τις κάνω τις τιμές
Ποια δόξα; Δεν είναι πόλεμος ετούτο που μας βρήκε, κύριε ταξίαρχε. Ντροπή είναι. Έλληνες να ντουφεκάνε Έλληνες.”»

Λόγια που είπε ως παππούς στην ταινία «Ψυχή Βαθιά» για να πάρει το πτώμα του εγγονού. Kάποιοι Έλληνες σήμερα δεν ντουφεκάνε Έλληνες αλλά μάχονται ο ένας ενάντια στον άλλον αντί να στέκονται πλάι ο ένας στον άλλον για να ταξιδέψουν μαζί στην «’Ελλάδα που πότε είναι φουρτούνα και πότε μπουνάτσα». όπως έλεγε ο Θανάσης Βέγγος με τον Ευγένιο Σπαθάρη σε γνωστό διαφημιστικό σποτάκι, γιατί «η Ελλάδα είναι ένα μικρό λευκό καράβι με το άρωμα της ζωής μέσα και το φιλαράκο δίπλα.»

Αυτή η Ελλάδα μου λείπει γιατί με αυτήν μεγάλωσα, αυτήν αγάπησα, σε αυτή πιστεύω και την αναζητώ. Νιώθω πως ένα κομμάτι αυτής της καλής Ελλάδας χάθηκε μαζί με τον Θανάση Βέγγο. Αλλά τι δικαίωμα έχω να μιλήσω;

Ο σεβασμός στον άνθρωπο μου έχουν μάθει πως είναι αξία. Η ευγένεια και η ανθρωπιά μου είπαν πως είναι χαρακτηριστικά του καλού ανθρώπου, όπως ήταν ο Θανάσης μας.

Ανθρώπινο πρόσωπο εμφάνιζε στις ταινίες του και στο σανίδι. Ανθρώπινος πορεύτηκε στην ζωή, έτσι μου λένε οι παππούδες μου. Δίκιο θα έχουν.

Καλό ταξίδι, καλέ μας άνθρωπε, σταθμός στις καρδίες μας.

Σα να μη πέρασε μια μέρα…

Χθες κάπου στην Αθήνα. Είχε λιακάδα και σαν να ξέχναγες το γεγονός πως αυτή η πόλη αργοπεθαίνει. Είχε καιρό όπως εκείνο το βράδυ που πήραν φωτιά τα λαπιτόπια και μύριζε ελπίδα. Κάπου εκεί όπως κατέβαινα την Ερμού και περιπλανιόμουν στα στενάκια του κέντρου σαν να άκουγα τον ήχο της φωνής σου να λέει «Γειά σας» και χαμογέλασα. Αναμνήσεις γλυκιές σαν γλυκό του κουταλιού. Θυμήθηκα την αγωνία μου για σένα και τα όνειρα που ξανάκανα από τότε που σε γνώρισα. Είχα τόσα πράγματα να σου πω και δεν πρόλαβα.

Θυμήθηκα την ερώτηση μου στον ΓΑΠ, την ραδιοφωνική μου αφιέρωση για σένα… και πως μια μέρα αποφάσισες πως δεν θέλεις να έχεις καμία επαφή μαζί μου. Τόσο σε πίεσε το συναίσθημα, τόσο δεν άντεξες πως κάποιος σε νοιάζεται. Σταμάτησα να γράφω.

Φεύγουν φάκελα προς διάφορες χώρες της Ευρώπης. Ετοιμάζονται πλάνα για τα επόμενα βήματα ανάλογα ποια χώρα τελικά θα γίνει προορισμός μου.

Σου είχα πει κάποτε σε εκείνον τον καφέ:

Αν έχω λόγο θα γυρίσω, όπως έχω και λόγο να φύγω. Η ευτυχία είναι ένα ταξίδι και το δικό μου εισιτήριο λέει να αλλάξω διαδρομή για να πάω εκεί που ανήκω.

 

Καλό μου ταξίδι…όποιος και να είναι ο τελικώς προορισμός.

Hello again!

Πέρασαν σχεδόν δυο μήνες που δεν σας γράφω. Ακόμα και η σιωπή μια απάντηση είναι, αρκεί να την ακούσεις προσεκτικά. Φυσά αλλιώτικος αέρας στα φτερά μου. Αρχικά ήταν πολύ αδύναμος αλλά τώρα έγινε καλοκαιρινό μελτέμι και με πάει σε ένα νέο κεφάλαιο στο βιβλίο της ζωής.

Βρήκα αυτό τον δραματικό με μια γεύση υπερβολής, όπως είναι χαρακτηριστική για την εποχή μας, για να σας πω, πως τα κείμενα μου απέκτησαν ένα σπιτάκι με πιο γερά θεμέλια. Όπως βλέπετε είμαστε ακόμα στο ξεπακετάρισμα κουτιών και κουτακίων. Σημειώσεις και ραβασάκια σημειώσεων, ψηφιακά και χάρτινα ανεμίζουν σε οθόνες, σημειωματάρια, βιβλία και τσάντες.

Να με συγχωράτε που δεν σας είπα τίποτα. Είπα να κρατήσω και κάτι για μένα και να σας κάνω μια έκπληξη.

Εδώ λοιπόν, θα παραμείνει ο ρομαντικός με μια δόση τσαμπουκά Κάτοικος Γυάλινου Πύργου, τα κείμενα που έχουν μια γεύση από υποβρύχιο μαστίχας (η βανίλιας) και μερακλίδικου Ελληνικό-Τουρκικό-Βυζαντινό-Αραβικό καφέ (όπως θέτε πείτε τον).

Όσοι πήγατε μια βόλτα από το thirdeye.gr, θα είδατε πως εκεί βρισκόμαστε ακόμα στα βαψίματα αλλά όπου να΄ναι θα το φτιάξουμε και εκείνο, γιατί εκεί, θα ομιλώ για την δουλειά και για τας επαγγελματικάς και ακαδημαϊκάς μου αναζητήσεις.

Καλωσορίσατε λοιπόν και καλά μας ταξίδια! 🙂