Να’ μαστε και πάλι. Καλοκαίρι έχουμε. Ζέστη κάνει. Είπαμε πως είναι ζεστένια. Τέτοιες ώρες μας πιάνει να σκεφτούμε τι κάναμε. Ας πούμε πως ένα τραγούδι μας έφερε στο μυαλό, ατίμο πράγμα το μυαλό, κάποιες εικόνες, κάποιους ήχους, κάποιες γεύσεις και συναισθήματα, άτιμα και αυτά.
Κάτι είχα να πω στους ανθρώπους που πέρασαν από την ζωή μου τα περασμένα τέσσερα χρόνια. Κάποιοι πέρασαν γρήγορα, κάποιοι στάθηκαν, κάποιοι έμειναν και άλλοι έφυγαν:
Λυπάμαι πολύ που κάποιοι από εσάς δεν είναι πια κοντά μου και δεν τα λέμε.
Έναν από εσάς τον συνάντησα τυχαία. Μου είπε ένα “Γεια σου, Κωνσταντίνα” και μου κόπηκαν τα πόδια από συγκίνηση. Τόσα πράγματα είχα να του πω και δεν μπόρεσα να βγάλω φωνή. Μόνο στα μάτια τον κοίταξα. Ένας άλλος κάποτε μου είχε πει πως θα είμαστε πάντα δίπλα ο ένας στον άλλον. Δεν ήξερε πως τα πράγματα αλλάζουν …
Κι αν χαθείς θα ’μαι δω, να σου πω πως όλα αλλάζουν…
Αν τα λόγια δεν αρκούν να πουν αυτα που νιώθω για σένα,
Αν το σινικό μελάνι δεν αρκεί να καλλιγραφίσουν οι γραφεις της απαγορευμένης πόλης την αγάπη μου,
Αν τα καναρίνια δεν έχουν άλλες αρμονικές να τραγουδήσουν τη λατρεία μου και οι οκταβες του mozart δεν έχουν άλλο εύρος να μαγεψουν τις αισθήσεις,
Τότε χάραξε την αγάπη μας με συμπαθητική μελάνη πάνω στο ναυτίλο του μεγάλου ωκεανού του πάθους μας.
Γεια σου x,
Μπορεί να μην κάνεις καν τον κόπο να διαβάσεις το αυτό το μήνυμα. Δεν πειράζει, αρκεί που έκανα το δικό κομμάτι του δρόμου. Γεγονός είναι πως χέστηκα αν θα αποφασίσει ποτέ να ωριμάσεις. Όχι πια. Ο άνδρας που βλέπω μπροστά μου τις τελευταίες εβδομάδες, τίποτα κοινό δεν έχει με τον άνθρωπο με χαρακτήρα, που τόσο θαύμαζα για πολύ καιρό.
Μπορεί να είναι δύσκολο για σένα να απολογηθείς για την αγένεια και κακή συμπεριφορά σου και μπορεί να μη σε ενδιαφέρει αν πληγώνεις ανθρώπους. Σε αυτή την περίπτωση νιώθω βαθιά λύπη για σένα που έχασες το ένα από τα πιο δυνατά σημεία σου: Να βάζεις τους ανθρώπους πάν’ απ’ όλα.
Δεν σέβεσαι. Χέστηκα αν με σέβεσαι, αλλά όταν δεν σέβεσαι τον εαυτό σου, νευριάζω με την ανύπαρκτη αξιοπρέπεια σου.
Αν δεν έχεις καν τον χαρακτήρα να πεις “Μικρή, το γάμησα και λυπάμαι” τότε απλά θα σου πω με λόγια και πράξη το εξής:”Στα τσακίδια. Get out of my way, my darling.” Έτσι νιώθω. Δεν αναφέρομαι καν στο γεγονός πως έχασα φίλο. Γιατί οι φίλοι κάνουν υποχωρίσεις ο ένας για τον άλλον. Αναφέρομαι σε ανθρώπινο επίπεδο.
Είναι Δευτέρα, κάπου προς μεσημέρι και δυο μάτια δακρύζουν από χαρά και μια μορφή σηκώνεται για να χορέψει στους ρυθμούς του ζεϊμπέκικου.
Ξέχασε την κούραση και την στενοχώρια.
Χαμογελά με νόημα.
Μια παρά. Δεν έχω μια ώρα που γύρισα σπίτι από μια μέρα γεμάτες συναντήσεις. Κουρασμένη…εξαντλημένη…όσο και να αγαπάω να μιλάω για την δουλειά μου, όσο και να λάμπουν τα μάτια μου όταν γίνεται αυτό (ναι, ξέρω πως έχω να μάτια μικρού παιδίου όταν συμβαίνει…), αλλά τέτοια ώρα δεν θα ήθελα να μιλήσω για όλα αυτά.
Το σπίτι κρύο. Πρέπει να φροντίσω το θέμα του πετρελαίου επειγόντως. Αύριο ξανά συναντήσεις. Τηλέφωνα, email.
Χουχουλιάζω κάτω από παπλώμα και κουβέρτα σαν μικρό παιδί. Όλα θα μπουν σε μια τάξη. Kρυώνω από κούραση.
Λίγο ακόμα κοριτσάκι, λίγο κάνε υπομονή.
Ένα ζεστό γάλα και ύπνο. Σαν να νιώθω ζεστά δάκρυα στο πρόσωπο μου. Συμβαίνει από ένταση…Κοιμάμαι.
Κυριακή μεσημεροαπόγευμα. Σκάει ο τσίτιγκάς. Ο ανεμιστήρας αργοφυσά. Στην κουζίνα χτυπιέται το κατεξοχήν ρόφημα του καλοκαιριού -Φραπέ. Από τα ηχεία ακούγεται απαλά το αισιόδοξο σουξεδάκι του φετινού καλοκαιριού «Φίλα με ακόμα».
«Ένα κορίτσι χορεύει
.μια ψυχή και άλλη μια, μόνο μάτια και λέξη καμία…»
Και έτσι όπως πάω στο ψυγείο αντικρίζω ένα μαγνητάκι από το λατρεμένο νησί. «Σαντορίνη, θα σε επισκεφτώ φέτος αργότερα, μη μου κρατάς κακία», σκέφτομαι και θυμάμαι το ηλιοβασίλεμα από το αγαπημένο στέκι και πόσο όμορφα σταματά ο χρόνος εκεί. Πες πως είναι μαγεία.
Πάω στο δωμάτιο μου και η ματιά μου πέφτει στο sac voyage που δεν το μαζεύεται από μόνο του αλλά περιμένει να γεμίσει εκ νέου για τα ταξίδια που πλησιάζουν και αυτή την φορά έρχεται το ένα μετά το άλλο με ελάχιστες μέρες απόσταση. Κάπου πέρσι ούτε που φανταζόμουν πως θα συμβεί αυτό ποτέ. Εδώ έγινα και θεία και δεν το κατάλαβα. Κάπως έτσι κυλά η ζωή και εκεί που δεν το περιμένεις σου συμβαίνουν πράγματα που σου φαινόταν τρελά.
Ενώ φορτώνω φωτογραφίες στον υπολογιστή και τακτοποιώ τα τρέχοντα της εβδομάδας που μας έρχεται, σιγοτραγουδώ.
Ήμεθά σε κρίση σε σχεδόν όλα τα επίπεδα. Λέω σχεδόν γιατί σε προσωπικό επίπεδο κυριαρχεί θάλασσα λάδι. Τα έχουμε βρει στο 2 παρά 30. Στο περίπου 3 ήταν
τρια δύσκολα χρόνια της ενηλικίωσης. Ας τα ονομάσουμε quarter life crisis και ας την περνάνε κάποιοι νωρίτερα ή αργότερα. Τα κάναμε tabula rasa. Πρώτα χωρίσαμε. Να΄ ναι καλά το παλικάρι, είναι και νέος μπαμπάς τώρα ενός κορίτσαρου, ζωή να ‘χει το πλάσμα. Μετά στρώσαμε τα επαγγελματικά, πήγαμε να στρώσουμε ταυτόχρονα να προσωπικά και πέσαμε τ’ ανάσκελο. Αφήσαμε τα προσωπικά αφενός γιατί ήταν πιο δύσκολα αφετέρου πιο επίπονη διαδικασία. Στρώσαμε τα επαγγελματικά στα μέση της κρίσης, και απολαμβάνουμε πλέον τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής.
Όσοι αναρωτιέστε αν πάσχετε από το φαινόμενο της κρίσεως του τετάρτου, παρακαλώ ακολουθήστε το link εδώ
Με βάση όσα διάβασα στο άρθρο στην Guardian διακρίνουμε διαφορετικές φάσεις της κρίσης του τετάρτου. Σε ότι φάση και να βρίσκεστε, να την δείτε σαν καταλύτη για αλλαγές με θετική χρεία στην ζωή σας. Σαν ηφαίστειο που ξυπνά ένα πράμα, αντί να φρικάρετε πως έχετε κλείσει σαν άνθρωποι.
Πριν δυο χρόνια βρέθηκα στο Λονδίνο για να ηρεμήσω και καλά
Με το κινητό στο χέρι μιλώντας με το αφεντικό διότι το πελατών ήταν απαιτητικό. Δεν βαριέσαι. Γυρίσαμε και εκτάκτως από το την Τζιά διότι είχα μεν εκλογές. Ναι, παίδες, το έκανα και αυτό το σπορ στα νιάτα μου. Πέρσι το ζήσαμε και πάλι στην Σαντορίνη. Φέτος ρυθμίσαμε το μηνυματάκι «Out of office». Επίσης, σαν να θέλει να μου πει κάτι η ζωή και το μπλακμπέριον τα έχει παίξει κοινώς και θα έπρεπε να πάει για service. Θα το πάω αφού γυρίσω από τα μπανάκια μου. Άχρηστο πράμα το κινητό στην παραλία, μόνο για ένα πράμα το θες
για το αγόρι ή το κορίτσι της διπλανής ψάθας για να ανταλλάξετε νούμερο και να κλείστε ραντεβού για ποτάκι με φεγγαράδα. Αλλά αυτό και χωρίς κινητό γίνεται όταν υπάρχει καλή διάθεση. 😉
Τις προάλλες συνάντησα έναν έρωτα από τα παλιά για ένα καφέ. Κάναμε πλάκες μεταξύ πονηρού και αστείο. Γυρνάει και μου λέει: «Σαν να επέστρεψες στην ζωή. Καιρός ήταν. Χαμογελάς πάλι.»
«Εσύ δεν φεύγεις από Ελλάδα. Δεν αντέχεις. Αγαπάς τον τόπο αυτό τόσο πολύ που δεν μπορείς να μείνεις μακριά του,» μου είπε φίλος από τα παλιά και όσο και να ήθελα να του πω πως πρέπει να τον αποχαιρετίσω, ξέραμε ήδη και οι δύο πως τον εαυτό μου πάω να κοροϊδέψω.
Συνεχίζουν οι φίλοι στην παρέα: «Όπως οι παππούδες σου, ή ακόμα και οι γονείς σου, δεν καταλαβαίνουν τι δουλειά ακριβώς κάνεις αλλά στο περίπου και πως δουλεύεις πολύ, και συνέχεια ρωτάνε για να καταλάβουν και γκρινιάζουν και λιγάκι από αγάπη. Κάπως έτσι και εσύ όλο λες πως θα φύγεις, αλλά δεν εννοείς να φύγεις για λίγο και να γυρίσεις με πιο γερές δυνάμεις. Κάπως έτσι εσύ στην Ελλάδα δείχνεις αντοχή, υπομονή και επιμονή, όπως μια μαμά σε ένα μικρό παιδί, σαν μια δασκάλα με όλα τα μαθητούδια της.»
By kouk on flickr
Είναι Παρασκευή βράδυ. Έχουμε κάτσει σε ένα ταβερνάκι σε μια γειτονιά της Αθήνας που έχει κρατήσει το άρωμα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Είμαστε μια παρέα διαφορετικών ηλικιών. Συναντηθήκαμε σε ένα σταυροδρόμι κάπου μέσα στην κρίση και ενώσαμε δυνάμεις για ένα καλύτερο παρόν και μέλλον. Είναι από τις στιγμές που γέλια επικρατούν και όχι στενοχώρια. Αισιοδοξία και ελπίδα, τα αισθήματα που κυριαρχούν, και όχι μόνο σαν επιγραφές στα βραχιόλια μας, ούτε μόνο σαν λέξεις στις συζητήσεις μας.
Θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι πριν δυο χρόνια. Θυμάσαι, κανονίσαμε να βρεθούμε μετά από καιρό. Φορούσα το νέο μου φόρεμα και με χάζευες. Με αποχαιρέτισες με ένα φιλί. Όπως τότε, και σήμερα αγόρασα ένα νέο φόρεμα. Έχει την ίδια ζέστη όπως τότε. Καυτός αέρος αργοπερνά στους δρόμους. Γεμάτες όνειρα οι ματιές. Κάτι γίνεται εδώ. Ήθελα να στο πω, έριξα μια ματιά στα αστέρια όσο περπατούσα από την στάση στην πλατεία προς το σπίτι μου και έκανα μια ευχή για να γίνει αυτό το καλοκαίρι μια νέα αρχή για την Ελλάδα που ονειρευόμαστε.
Σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια αποχαιρέτησα την παρέα μου από το σχολείο.
Σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια τα μάζεψα και την κοπάνησα, όπως μου είπαν.
Το πήρα απόφαση, πήρα την ευθύνη και άκουσα την καρδιά μου που έχει ερωτευτεί παράφορα.
Όχι το αγόρι της διπλανής πόρτας, ούτε τον συμφοιτητή δυο έτη μεγαλύτερο, ούτε καθηγητή, ούτε το παλικάρι που μου έκλεισε στα πεταχτά το μάτι στην παραλία
…τα όνειρα, την ζωή την ίδια.
Είπα πως θα βρω μια χρυσή τομή ώστε να μην εγκαταλείψω την ζωή που έχω ονειρευτεί.
Την βρήκα και αν θέλεις και θέλω γίνεσαι κομμάτι της. 🙂