Ανεκπλήρωτες Αγάπες

Παίδες,
πρέπει να σας πω μια ιστορία. Οπότε κάθεστε, φτιάχετε καφέ ή βγάζετε μπύρα από το ψυγείο, ανάβετε τσιγάρο, κάτι για να υπάρχει η αίσθηση της απόλαυσης ή ανακούφισης, όπως το βλέπει κανείς τελώς πάντων. Όπως μας λέει και ο τίτλος, θα πούμε μια ιστορία για μια ανεκπλήρωτη αγάπη, ένας έρωτα που τελείωσε πριν καν γεννηθεί. Αυτό που έχουν όλες οι ανεκπλήρωτες αγάπες και οι έρωτες κοινό είναι πως υπάρχει πάντα ένας λόγος γιατί δεν εκπληρώνονται, μικρός, μεγάλος, σοβαρός ή γελοίος, κάποιος λόγος.

Είναι λοιπόν, οι πρωταγωνιστές της ιστορίας μας δυο φίλη, ένα αγορί και ένα κορίτσι. Το κόριτσι στην αρχή της ιστορίας είναι κάπου στα μέσα των 20, αλλάζει τις πρώτες της δουλείες, ανασφάλειες, φρέσκο-πήρε πτυχίο. Ξέρετε τρυφερούδι. Άτυχο λίγο με τα αγορία, ας την ονομάσουμε Μαρία. Το αγόρι είναι στα 30άντα κάτι, καλό παιδί, με κάτι κολλήματα αλλά καλό παιδί, ας τον πούμε Γιώργο. Ο Γιώργος το γούσταρε το Μαράκι, αλλά κάπως μια της φερόταν λες και ήταν μικρό παιδί, μια έκανε υπερβολές με σεξουαλικά υπονοούμενα. Αγόρι θα μου πείτε. Αλλά το κορίτσι, όπως είπαμε άτυχο, ήταν λίγο πιο ρομαντικό να το πούμε. Μη παρεξηγηθούμε, η Μαρία τον λάτρευε τον Γιώργο, πολύ. Την έκανε να χαμογέλαει, να γελάει με την ψυχή της, να ξεχαστεί, να νιώθει όμορφα. Αλλά την τρόμαζε, επίσης πολύ και έτσι δεν του είπε τότε τι ένιωθε. Μια μέρα της την πέφτει, ας πούμε λίγο άγαρμπα ο Γιώργος και η Μαρία επειδή ένιωθε πως δεν την σεβάστηκε, και πως εκεί που τον θεωρούσε καταφύγειο της, της καταπάτησε την εμπιστοσύνη που του είχε, σταμάτησε να του μιλά. Ούτε μηνύματα, ούτε τηλέφωνα, ούτε facebook. Ήθελε να κρατήσει τις καλές στιγμές. Το είχε ανάγκη, όπως όλοι μας εξάλλου.

Continue reading Ανεκπλήρωτες Αγάπες

Πως όλα αλλάζουν…

Να’ μαστε και πάλι. Καλοκαίρι έχουμε. Ζέστη κάνει. Είπαμε πως είναι ζεστένια. Τέτοιες ώρες μας πιάνει να σκεφτούμε τι κάναμε. Ας πούμε πως ένα τραγούδι μας έφερε στο μυαλό, ατίμο πράγμα το μυαλό, κάποιες εικόνες, κάποιους ήχους, κάποιες γεύσεις και συναισθήματα, άτιμα και αυτά.

Κάτι είχα να πω στους  ανθρώπους που πέρασαν από την ζωή μου τα περασμένα τέσσερα χρόνια. Κάποιοι πέρασαν γρήγορα, κάποιοι στάθηκαν, κάποιοι έμειναν και άλλοι έφυγαν:

Λυπάμαι πολύ που κάποιοι από εσάς δεν είναι πια κοντά μου και δεν τα λέμε.

Έναν από εσάς τον συνάντησα τυχαία. Μου είπε ένα “Γεια σου, Κωνσταντίνα” και μου κόπηκαν τα πόδια από συγκίνηση. Τόσα πράγματα είχα να του πω και δεν μπόρεσα να βγάλω φωνή. Μόνο στα μάτια τον κοίταξα. Ένας άλλος κάποτε μου είχε πει πως θα είμαστε πάντα δίπλα ο ένας στον άλλον. Δεν ήξερε πως τα πράγματα αλλάζουν …

Κι αν χαθείς
θα ’μαι δω,
να σου πω
πως όλα αλλάζουν…

Μαγνήτης στο ψυγείο

Κυριακή μεσημεροαπόγευμα. Σκάει ο τσίτιγκάς. Ο ανεμιστήρας αργοφυσά. Στην κουζίνα χτυπιέται το κατεξοχήν ρόφημα του καλοκαιριού -Φραπέ. Από τα ηχεία ακούγεται απαλά το αισιόδοξο σουξεδάκι του φετινού καλοκαιριού «Φίλα με ακόμα».

Behind the doors 1

«Ένα κορίτσι χορεύει
.μια ψυχή και άλλη μια, μόνο μάτια και λέξη καμία…»

Και έτσι όπως πάω στο ψυγείο αντικρίζω ένα μαγνητάκι από το λατρεμένο νησί.
«Σαντορίνη, θα σε επισκεφτώ φέτος αργότερα, μη μου κρατάς κακία», σκέφτομαι και θυμάμαι το ηλιοβασίλεμα από το αγαπημένο στέκι και πόσο όμορφα σταματά ο χρόνος εκεί. Πες πως είναι μαγεία.

Πάω στο δωμάτιο μου και η ματιά μου πέφτει στο sac voyage που δεν το μαζεύεται από μόνο του αλλά περιμένει να γεμίσει εκ νέου για τα ταξίδια που πλησιάζουν και αυτή την φορά έρχεται το ένα μετά το άλλο με ελάχιστες μέρες απόσταση. Κάπου πέρσι ούτε που φανταζόμουν πως θα συμβεί αυτό ποτέ. Εδώ έγινα και θεία και δεν το κατάλαβα. Κάπως έτσι κυλά η ζωή και εκεί που δεν το περιμένεις σου συμβαίνουν πράγματα που σου φαινόταν τρελά.

Ενώ φορτώνω φωτογραφίες στον υπολογιστή και τακτοποιώ τα τρέχοντα της εβδομάδας που μας έρχεται, σιγοτραγουδώ.

«
Φίλα με ακόμα, φίλα με ακόμα
»

Ραβασάκια με αφιερώσεις

Καλοκαίρι, καλοκαιράκι με τους έρωτες τις διπλανής ψάθας και του τραπεζίου απέναντι να έρχονται απαλά σαν το αεράκι το βράδυ με ηλιοβασίλεμα. Πάνε χρόνια πολλά. Έφηβοι τότε και οι δύο. Εκείνος δούλευε σερβιτόρος σε μπαράκι και εκείνη περνούσε της μέρες της σε ένα ποδήλατο και βόλτες με τα κορίτσια.

Τον είχε ερωτευτεί όταν τον πρωτοείδε και πάντα ήθελε την προσοχή του, είτε στους αγώνες σκάκι που οργάνωνε η παρέα τα απογεύματα, είτε με τις αντοχές της στο ποδήλατο, είτε με τα νάζια που του έκανε.

Όταν εκείνος γυρνούσε τα χαράματα από την δουλειά, έβρισκε στο μαξιλάρι του πριν ξαπλώσει, τα ραβασάκια της, με αφιερώσεις τραγουδιών. Της άφηνε και εκείνος στο ίδιο σημείο τα δικά του. Εκείνη έμπαινε στα κρυφά τα απογεύματα στο δωμάτιο του από την βεράντα με την βοήθεια της φίλης της, και αδερφής. Όμορφο θέαμα να τους έβλεπες πόσο προστάτευαν το μικρό γλυκό τους μυστικό. Τόσο πολύτιμο τους ήταν.

Εκείνο το καλοκαίρι, εκείνη ήταν μόλις δεκαπέντε, πήρε και το πρώτο μακρύ της φόρεμα, σκούρο μπλε, σχεδόν μαύρο, με σκίσιμο στο πλάι και δέσιμο στο λαιμό και το φορούσε μόνο για εκείνον. Έτσι του είχε υποσχεθεί και εκείνος φρόντιζε να την κάνει να χαμογελάει.

Σαν σήμερα λοιπόν φόρεσε εκείνο το φόρεμα. Πήγε να πάρει την φίλη της για την καθιερωμένη απογευματινή βόλτα. Εκείνος την έβλεπε να πλησιάζει από το δωμάτιο του. Την χάζευε. Όταν έφτασε βγήκε έξω για να την χαιρετίσει. Μητέρα και αδερφή έκαναν πως δεν άκουγαν από το σαλόνι.

Το κορίτσι ανεβαίνει τις σκάλες του σπιτιού. Στέκεται στην πόρτα του αγοριού μπροστά. Εκείνος την αγκαλιάζει στην μέση και το πρώτο τους φιλί έγραψε ιστορία, όπως και το τελευταίο τους που μόνο το φεγγάρι και τ’ άστρα είχε μάρτυρες.

Κάτι γίνεται εδώ

«Εσύ δεν φεύγεις από Ελλάδα. Δεν αντέχεις. Αγαπάς τον τόπο αυτό τόσο πολύ που δεν μπορείς να μείνεις μακριά του,» μου είπε φίλος από τα παλιά και όσο και να ήθελα να του πω πως πρέπει να τον αποχαιρετίσω, ξέραμε ήδη και οι δύο πως τον εαυτό μου πάω να κοροϊδέψω.

Συνεχίζουν οι φίλοι στην παρέα:
«Όπως οι παππούδες σου, ή ακόμα και οι γονείς σου, δεν καταλαβαίνουν τι δουλειά ακριβώς κάνεις αλλά στο περίπου και πως δουλεύεις πολύ, και συνέχεια ρωτάνε για να καταλάβουν και γκρινιάζουν και λιγάκι από αγάπη. Κάπως έτσι και εσύ όλο λες πως θα φύγεις, αλλά δεν εννοείς να φύγεις για λίγο και να γυρίσεις με πιο γερές δυνάμεις. Κάπως έτσι εσύ στην Ελλάδα δείχνεις αντοχή, υπομονή και επιμονή, όπως μια μαμά σε ένα μικρό παιδί, σαν μια δασκάλα με όλα τα μαθητούδια της.»

20110709_011.jpg
By kouk on flickr

Είναι Παρασκευή βράδυ. Έχουμε κάτσει σε ένα ταβερνάκι σε μια γειτονιά της Αθήνας που έχει κρατήσει το άρωμα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Είμαστε μια παρέα διαφορετικών ηλικιών. Συναντηθήκαμε σε ένα σταυροδρόμι κάπου μέσα στην κρίση και ενώσαμε δυνάμεις για ένα καλύτερο παρόν και μέλλον. Είναι από τις στιγμές που γέλια επικρατούν και όχι στενοχώρια. Αισιοδοξία και ελπίδα, τα αισθήματα που κυριαρχούν, και όχι μόνο σαν επιγραφές στα βραχιόλια μας, ούτε μόνο σαν λέξεις στις συζητήσεις μας.

Θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι πριν δυο χρόνια. Θυμάσαι, κανονίσαμε να βρεθούμε μετά από καιρό. Φορούσα το νέο μου φόρεμα και με χάζευες.  Με αποχαιρέτισες με ένα φιλί. Όπως τότε, και σήμερα αγόρασα ένα νέο φόρεμα. Έχει την ίδια ζέστη όπως τότε. Καυτός αέρος αργοπερνά στους δρόμους. Γεμάτες όνειρα οι ματιές. Κάτι γίνεται εδώ. Ήθελα να στο πω, έριξα μια ματιά στα αστέρια όσο περπατούσα από την στάση στην πλατεία προς το σπίτι μου και έκανα μια ευχή για να γίνει αυτό το καλοκαίρι μια νέα αρχή για την Ελλάδα που ονειρευόμαστε.

Σχετικά: Tweet

Στα χαλαρά

Η απόλαυση της στιγμής. Ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που αφήσαμε κάπου στην εφηβεία και τα χρόνια αθωότητας (λέμε τώρα αθωότητας, μην πάρετε και κατά γράμμα).

 

Athens sunset

 

Ξέρετε την εποχή που πιο ουσιαστικός διάλογος γίνεται στην σιωπή με ματιές. Τότε που λόγω στενότητας χαρτζιλικίου την αράζαμε σπίτι, στη βεράντα, σε κάποιο παγκάκι ή αν είμαστε τυχεροί είχε βόλτα με το παπάκι ή με το αμάξι. Την εποχή που ξεκλέβαμε λίγο χρόνο μετά το φροντιστήριο αγγλικών, το ιδιαίτερο, την προπόνηση, την δουλειά για να βρεθούμε στην γνωστή γωνία, στην πλατεία. Τότε που στέλναμε μηνυματάκια που έλεγαν τα πάντα και τίποτα ταυτόχρονα.

 

Επιστρέφουμε στην εποχή του σήμερα και με το ίδιο σκεπτικό σε χαζεύω, σε κοιτάω στα μάτια, χαμογελάω στην σκέψη σου. Τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά όταν αφήνουμε στην άκρη τα δήθεν δεδομένα και απολαμβάνουμε την στιγμή όπως είναι. Τόσο απλά.

 

Image by d3l

Hanging by the moment

Σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια αποχαιρέτησα την παρέα μου από το σχολείο.

Σαν σήμερα πριν δέκα χρόνια τα μάζεψα και την κοπάνησα, όπως μου είπαν.

Το πήρα απόφαση, πήρα την ευθύνη και άκουσα την καρδιά μου που έχει ερωτευτεί παράφορα.

Όχι το αγόρι της διπλανής πόρτας, ούτε τον συμφοιτητή δυο έτη μεγαλύτερο, ούτε καθηγητή, ούτε το παλικάρι που μου έκλεισε στα πεταχτά το μάτι στην παραλία

…τα όνειρα, την ζωή την ίδια.

Είπα πως θα βρω μια χρυσή τομή ώστε να μην εγκαταλείψω την ζωή που έχω ονειρευτεί.

Την βρήκα και αν θέλεις και θέλω γίνεσαι κομμάτι της. 🙂

Το τραγούδι σε κάνει να κλαις – U2 360° Tour

Ένα βράδυ όπως όλα τα άλλα. Ας λέμε όπως τα άλλα. Κάπου σε ένα συνοικιακό μαγαζάκι στην σεπτεμβροκαλοκαιρινή Αθήνα. Έχουν πέσει οι υψηλές θερμοκρασίες και το αεράκι που φυσά απαιτεί ένα ζακετάκι.
Πάνω από σαγκρία, μπίρες και σόδα και κάποια τσιγάρα, ένα προσωπάκι λάμπει όπως τα παιδάκια όταν βλέπουν ένα νέο παιχνίδι. Τι το προκάλεσε;

«Θες να’ αρθεις μαζί μας U2;»

Μικρή παρένθεση για την κριτική στάση:
Οι U2 σίγουρα δεν είναι οι μοναδικοί καλλιτέχνες που έχουν επιλέξει έναν διαφορετικό δρόμο πολιτικής έκφρασης, κάποιους συμβιβασμούς. Η μουσική έκφραση όπως οποιαδήποτε καλλιτεχνική έκφραση δεν γνωρίζει όρια, εκφράζεται απαλλαγμένη από στερεότυπα και καταπολεμά τα όποια όρια που της θέτουμε.

Όλα αυτά δεν ήθελα να τα σκεφτώ χθες στην συναυλία που μου χάρισε όμορφες στιγμές γιατί απλά τα σκέφτομαι κάθε μέρα και που και που νιώθω την ανάγκη να ξεφεύγω από όλα αυτά, να τα δω με διαφορετικό μάτι. Οι καλλιτέχνες δεν είναι πολιτικοί, άσχετα αν μπορεί να έχουν πολιτικό λόγο ή γίνονται στην πορεία πολιτικοί.
Κλείνει η παρένθεση.

«Τα τελευταία χρόνια είναι δύσκολα τα πράγματα εδώ. Οι Έλληνες κάνουν σπουδαία την Ελλάδα. Δεν μας ορίζουν οι οικονομικές αγορές», είπε ο φίλτατος Bono στο ΟΑΚΑ και ένα στάδιο γέμισε με μια θετική αύρα, ελπίδα και μια ζεστασιά.

Δεν το πίστευα ότι ήμουν εκεί μέχρι που έτρεχαν δάκρυα ακούγοντας μια αγαπημένη μελωδία και με πήραν αγκαλιά. Κάπου εμφανίστηκε στην γιγαντοοθόνη «Το τραγούδι σε κάνει να κλαις»
«Για σένα το λέει», μου λένε φωτεινά μάτια και ζεστά χαμόγελα δίπλα μου  και χαμογέλασα.

Ευχαριστώ πολύ πολύ πολύ την κοριτσοπαρέα και τους κλείνω μάτι. 😉

Δείτε λίγα στιγμιότυπα από το χθεσινό θέαμα εδώ και ένα τραγούδι που λέει πολλά στο Τρίτο Μάτι.

Πριγκίπισσα Αιγαίου και της καρδιάς

IMG_3304
Picture by ThirdEye

Αν δεν θα ήταν νησί, θα ήταν μια όμορφη νεράιδα ενός παραμυθιού. Η Σαντορίνη, για μένα η πριγκίπισσα του Αιγαίου, αν και κοσμική σου εμπνέει μια ηρεμία που δεν συνηθίζεται σε άλλα κυκλαδίτικα νησιά. Εκεί που καίγονται τα πατουσάκια σου για να φτάσεις μέσα από την καυτή άμμο στον Περίβολο στα καταγάλανα δροσερά νερά, σε φυλά τρυφερά ένα μελτέμι. Όσο για το ηλιοβασίλεμα, δεν ξέρω αν είναι το ομορφότερο στον κόσμο, σίγουρα όμως έχει μια ιδιαίτερη αίσθηση. Όπως δύει ο ήλιος και γίνεται ένα με την θάλασσα, ζωγραφίζοντας τα πιο ζεστά χρώματα στον ουρανό, παίρνεις μια βαθιά ανάσα.
Λίγες ήταν οι μέρες μου στο μαγικό νησί.

Στα δυο στέκια μου με θυμήθηκαν και ας έχουν περάσει δυο χρόνια.

“Ένα λευκό στο τρία,” φώναξε η Κατερίνα από τις σκάλες του μαγαζιού όπου υποδεχόταν τους θαμώνες των Φηρών. Και όπως πριν δυο χρόνια το γκαρσόν με προσέγγισε για το ποτό μετά το σχόλασμα του. Κλασσικές αξίες καλοκαιριού και ας ήξερε ότι δεν θα εμφανιζόμουν.

Όπως και πριν δυο χρόνια, έκανα στάση για ένα μικρό δώρο στον εαυτό μου. Βραχιολάκι με μαργαριτάρι, ντόπια λάβα και τυρκουαζάκι. Φυλαχτό που θα κρατήσει την όμορφη αύρα του νησιού κοντά μου.

Στάση στην Μητρόπολη για να ανάψω ένα κεράκι για μια ψυχούλα που αγαπώ. Έτσι, γιατί πιστεύω πως η μαγεία της Σαντορίνης φτάνει των αγγέλων τα αυτιά και θα ακούσουν την παράκληση μου να προσέχουν εκείνη την ψυχή.

Το όνομα της…

Η νύχτα που γεννά τον Δεκαπενταύγουστο. Μια μέρα όπως τις άλλες.
Αν θα ήταν σοφιστικέ σίριαλ, η Μαρία θα ήταν το κορίτσι της διπλανής πόρτας, της γειτονιάς το αστέρι. Τα δάκρυα της τρέχουν πίσω από κλεισμένες πόρτες, συνήθως η νύχτα, άντε να τα δει και λίγο ο ήλιος όταν κάνει μια από αυτές τις βόλτες βαθύ συλλογισμού.

Είναι Δεκαπενταύγουστος και η Μαρία γιορτάζει. Δεν θα της ευχηθεί σχεδόν κανείς. Γιατί απλά σχεδόν κανείς δεν ξέρει πως την Μαρία την λένε και Μαρία. Ετοιμάζεται για λίγες μέρες σε νησί όπου να παίξει με τα κύματα του Αιγαίου και τις αχτίδες του ήλιου, θα χαζέψει τον ουρανό με τ΄άστρα. Θα ξεχάσει το κινητό πεταμένο σε μια τσάντα. Δεν θα την νοιάζει αν θα είναι καθώς πρέπει ντυμένη γιατί για εκείνη θα είναι όμορφη σαν την Αφροδίτη με μια απλή λινή φουστίτσα, και ένα εξώπλατο μπλουζάκι. Στην τσάντα λίγα ρούχα, τίποτα το σπουδαίο και κυριλάτο, κάποια βιβλία και το ipodάκι για μουσικό χαλί και το σημειωματάριο.

Η ηρεμία της Μαρίας και της κάθε Μαρίας, του κάθε Παναγιώτη αποκτά άλλη διάσταση με το άκουσμα κυμάτων και το χάζεμα του ηλιοβασιλέματος.

Το δεύτερο μου όνομα είναι Μαρία. Δεν έχουν καμία σημασία οι γιορτές. Είναι μέρες όπως όλες οι άλλες. Aυτό που έχει σημασία είναι οι άνθρωποι στην ζωή μας. Όχι οι περαστικοί, αλλά οι σταθμοί μας.