Φεύγουν οι μέρες

Βραδιά γιορτής. Η Ελένη και ο Πέτρος παντρεύονται. Χορεύει ο Πέτρος το πρώτο ζεϊμπέκικο της βραδιάς, την Ευδοκία, και δίνει παραγγελία η Ελένη για ένα επόμενο. Στήνεται ο κουμπάρος να τους τιμήσει. Γονατίζει μπροστά την φιλή της Ελένης, το αγρίμι, και της παραχωρεί την σκηνή. Γονατίζει η νύφη και μαζί της όλη η παρέα. Το ζείμπέκικο είναι το γαμήλιο δώρο. Είναι όλοι κάπως πριν την αποφοίτηση από το Πανεπιστήμιο, με όνειρα. Σχεδόν όλοθ τους δουλεύουν ήδη, εν μέρει από ανάγκη, εν μέρει από πεποίθηση. Μπορείς να ακούσεις το κομμάτι σε όλη την γειτονιά, η Φτωχογειτονιά. Κάπου στην Δυτική Αθήνα.

“Τι πράγματα είναι αυτά που δείχνετε; Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πεινασμένοι ούτε τρελοί που να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Κάνετε προπαγάνδα”.

Γεια χαρά – Εγκεφαλικό στα 30

Γεια χαρά,

Όλοι μας καλούμαστε να πάρουμε κάποιες αποφάσεις για την ζωή μας. Τι συμβαίνει όμως όταν η ίδια η ζωή προλαβαίνει να μας χτυπάει το καμπανάκι;

Είναι βράδυ. Μετά από κουραστική μέρα δουλειά πάμε για ένα ποτό σε έναν πολυχώρο της γειτονιάς. Είχε και ζωντανή μουσική, φλαμένκο. Δεν προλαβαίνουμε να ακούσουμε τις πρώτες πενιές, γέρνω στο πλευρό του συντρόφου μου. Σαν να με έπιασε μια ξαφνική νύστα. Ωστόσο εκείνος ανησυχεί. Φωνάζει να πληρώσουμε. Ίσια ίσια που προλαβαίνω να τον πιάσω δυνατά και να φωνάξω για νερό. Χάνω της αισθήσεις μου. Σαν να στέκομαι δίπλα μου. Να βλέπω να προσπαθεί εκείνος να με στηρίξει και ταυτόχρονα να με συνεφέρει με δροσερό νερό. Αρχίζω να σπαρταράω. Εκείνος παλεύει να με φέρει πίσω. Θυμάμαι πως συνήρθα και πως βγήκαμε βιαστικοί από τον χώρο. Στάθηκα έξω να πάρω αέρα. Φτάνουμε σπίτι. Ξαπλώνω. Μετά δεν θυμάμαι και πολλά.

Η γιατρός με εξετάζει.
“Νιώθεις να έχει στραβώσει κάτι,” με ρωτάει
“Tι εννοείς;” την ρωτάω.
“Αυτό που κατάλαβες,” μου λέει.

Περνάνε μέρες. Κοιμάμαι πολύ. Σκέφτομαι περισσότερο. Έχει περάσει περισσότερο από μήνας τώρα. Εγκεφαλικό στα 30. Ελαφρύ μεν, αλλά εγκεφαλικό. Ευτυχώς για μένα και τους δικούς μου που πέρασε και οι συνέπειες του δεν έβαλαν σε περισσότερο κίνδυνο την ζωή μου.

“Άγχος,” μου λέει.

Η αλήθεια είναι πως κάτι τέτοιο σου αλλάζει την ζωή ριζικά και τα βλέπεις υπό διαφορετικό πρίσμα όλα. Τα γράφω για να τα θυμάμαι.

Γειά χαρά παίδες, γειά χαρά.

Πως όλα αλλάζουν…

Να’ μαστε και πάλι. Καλοκαίρι έχουμε. Ζέστη κάνει. Είπαμε πως είναι ζεστένια. Τέτοιες ώρες μας πιάνει να σκεφτούμε τι κάναμε. Ας πούμε πως ένα τραγούδι μας έφερε στο μυαλό, ατίμο πράγμα το μυαλό, κάποιες εικόνες, κάποιους ήχους, κάποιες γεύσεις και συναισθήματα, άτιμα και αυτά.

Κάτι είχα να πω στους  ανθρώπους που πέρασαν από την ζωή μου τα περασμένα τέσσερα χρόνια. Κάποιοι πέρασαν γρήγορα, κάποιοι στάθηκαν, κάποιοι έμειναν και άλλοι έφυγαν:

Λυπάμαι πολύ που κάποιοι από εσάς δεν είναι πια κοντά μου και δεν τα λέμε.

Έναν από εσάς τον συνάντησα τυχαία. Μου είπε ένα “Γεια σου, Κωνσταντίνα” και μου κόπηκαν τα πόδια από συγκίνηση. Τόσα πράγματα είχα να του πω και δεν μπόρεσα να βγάλω φωνή. Μόνο στα μάτια τον κοίταξα. Ένας άλλος κάποτε μου είχε πει πως θα είμαστε πάντα δίπλα ο ένας στον άλλον. Δεν ήξερε πως τα πράγματα αλλάζουν …

Κι αν χαθείς
θα ’μαι δω,
να σου πω
πως όλα αλλάζουν…

Ο έρωτας στα χρόνια της κρίσης

Lucky Love

Ένα αργοφθινοπωρινό βράδυ στην Αθήνα. Το τέλος μιας γλυκιάς Κυριακής. Της πρώτης του Δεκεμβρίου. Εκείνη ενώνει από μεράκι τους ανθρώπους ποικίλων καταβολών για να συζητήσουν. Εκείνος την παρακολουθεί και περιμένει πότε να τις κλέψει δυο λεπτά αποκλειστικότητας. Σιωπηλός παρατηρητής κινήσεων και σκέψεων που μοιάζουν με κρύσταλλο στην θολούρα της καθημερινότητας, φαίνονται όνειρο για όσους έχουν πάψει να ονειρεύονται με την καρδιά. Mια που μιλάμε για καρδιές, να πούμε πως εκείνη παρόμοιο θαυμασμό είχε για εκείνον, μόνο που εκείνος δεν αντιλήφθηκε το βάθος του που εκείνη φοβήθηκε πολύ υποσυνείδητα αρχικά και συνειδητά στην πορεία. Εκείνη την Κυριακή λοιπόν βρίσκουν καταφύγιο σε ένα μικροσκοπικό μπαράκι για ένα ποτό. Τον κοιτάζουν με εμμονή δυο μάτια με παιδική αθωότητα και φλόγα, όπως αυτές για τις οποίες οι πένες συγγραφέων, οι νότες μουσικών και τα χρώματα των ζωγράφων, διηγούνται ιστορίες. Κάπως έτσι γράφουν και οι δυο ψυχές που αναφέρουμε εδώ, την δική τους ιστορία αγάπης.

Πρωινή ευτυχία

happiness is ...

Αν τα λόγια δεν αρκούν να πουν αυτα που νιώθω για σένα,
Αν το σινικό μελάνι δεν αρκεί να καλλιγραφίσουν οι γραφεις της απαγορευμένης πόλης την αγάπη μου,
Αν τα καναρίνια δεν έχουν άλλες αρμονικές να τραγουδήσουν τη λατρεία μου και οι οκταβες του mozart δεν έχουν άλλο εύρος να μαγεψουν τις αισθήσεις,
Τότε χάραξε την αγάπη μας με συμπαθητική μελάνη πάνω στο ναυτίλο του μεγάλου ωκεανού του πάθους μας.

Υ.Γ. Ο συγγραφέας είναι ανώνυμος.

Βόλτα με τη μηχανή

– Καλησπέρα! Έλα τι κάνεις;

~Καλά.

– Ξεκουράστηκες καθόλου.

~ Όχι και πολύ
Ξέρεις τι έχω ανάγκη; Μια βόλτα με μηχανή
.

– Μηχανή; Κάτσε, δεν μας τα’ πες αυτά.

~ Ξέρω, δεν μου φαίνεται

– Μα, καθόλου
Αυτό πρέπει να το συζητήσουμε από κοντά.

Χαμογελάει εκείνη.

~ Ναι, και διακριτικός τίτλος της κουβέντας θα είναι “Things, I did not know about the fairy”

Χαμογελά εκείνος.

– Να τα πούμε, ε; Άντε πήγαινε την βόλτα σου για να ηρεμήσεις λίγο.

~Να τα πούμε.

Εκείνα τα πρωινά

Μπορείς να μετράς την ζωή σε χρόνια, μήνες, μέρες ή με στιγμιότυπα και ιστορίες. Μπορείς να την καταναλώνεις ή να την γεύεσαι. Ίδιο πράγμα, διαφορετική αντιμετώπιση. Κάπως έτσι, παίρνεις μια ζεστή σοκολάτα σε χάρτινο για να πας στην συνάντηση. Έτσι, για να δώσεις μια γλύκα στην Δευτέρα.

Φοράς το πιο λαμπερό σου χαμόγελο και την καλή σου διάθεση και πας. Κάπως έτσι τυχαίνει πως χαμόγελα γυρεύεις, χαμόγελα θα πάρεις
και ένα απλό κομπλιμέντο γιατί τυχαίνει να καταλάβει και ο απέναντι σου, πως πέρα από τα θέματα δουλειάς, είσαι και άνθρωπος.

Πως να το κάνουμε δηλαδή, μας αρέσει να ζωγραφίζουμε χαμόγελα και να μας ζωγραφίζουν χαμόγελα στο πρόσωπο.

Τόσο απλά.

Ελπίδα θέα Ακρόπολη

Μπαγασάκο, συγκινήθηκα σου λέω. Τόσα χαμόγελα είχα καιρό να δω. Βλέπεις τα μάτια τους. Λάμπουν. Ευτυχώς δεν βλέπεις τα δικά μου γιατί έχουν δακρύσει.

Ζεϊμπέκικο ψυχής

Είναι Δευτέρα, κάπου προς μεσημέρι και δυο μάτια δακρύζουν από χαρά και μια μορφή σηκώνεται για να χορέψει στους ρυθμούς του ζεϊμπέκικου.
Ξέχασε την κούραση και την στενοχώρια.
Χαμογελά με νόημα.

Λίγο ακόμα…

Μια παρά. Δεν έχω μια ώρα που γύρισα σπίτι από μια μέρα γεμάτες συναντήσεις. Κουρασμένη…εξαντλημένη…όσο και να αγαπάω να μιλάω για την δουλειά μου, όσο και να λάμπουν τα μάτια μου όταν γίνεται αυτό (ναι, ξέρω πως έχω να μάτια μικρού παιδίου όταν συμβαίνει…), αλλά τέτοια ώρα δεν θα ήθελα να μιλήσω για όλα αυτά.

Το σπίτι κρύο. Πρέπει να φροντίσω το θέμα του πετρελαίου επειγόντως. Αύριο ξανά συναντήσεις. Τηλέφωνα, email.

Χουχουλιάζω κάτω από παπλώμα και κουβέρτα σαν μικρό παιδί.  Όλα θα μπουν σε μια τάξη. Kρυώνω από κούραση.

Λίγο ακόμα κοριτσάκι, λίγο κάνε υπομονή.

Ένα ζεστό γάλα και ύπνο. Σαν να νιώθω ζεστά δάκρυα στο πρόσωπο μου. Συμβαίνει από ένταση…Κοιμάμαι.

Το μέλλον της Ελλάδας κοιμήθηκε με χαμόγελο 🙂