Ένα δωμάτιο με δυο γραφεία, ένα μεγάλο και ένα μικρό. Στο μικρό δεν μπορούν να κάτσουν άνετα δυο άτομα μαζί για να δουλέψουν αλλά το αφεντικό επιμένει να κάτσει η νεαρή κοπέλα εκεί. Είναι σε τόσο μικρή απόσταση, απόσταση αναπνοής, που εκείνη νιώθει άβολα.
Τι να κάνει όμως που έχει ανάγκη την δουλειά, και πως να βρει δουλειά τέτοιες εποχές, εποχές δύσκολες. Το δέχεται από φόβο. Όταν δεν κάθεται δίπλα του, κάθεταί στο μεγάλο γραφείο που είναι απέναντι του. Το ένστικτό της δίνει σήμα πως κάποιος την παρακολουθεί.
Αρχικά προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της πως ήταν απλά ιδέα της αλλά δεν είναι. Σταμάτησε να βάφεται. Στο γραφείο πήγαινε πλέον αποκλειστικά με φαρδιά παντελόνια, αθλητικό παπούτσι ή στρωτό για να αποφύγει το σχετικό σχόλιο περί του θηλυκού ήχου των τακουνιών της. Κάλυπτε το πάνω μέρος του κορμιού της πάντα με εσάρπες που έφταναν μέχρι το ύψος της μέσης, ίσια ίσια για να μην φανεί η καμπύλη της μέσης αλλά κυρίως να μην φανεί το στήθος της.
Κάποια μέρα μάζευε το γραφείο, τακτοποίησε ντουλάπες και διάφορα. Ένιωθε ένα μάτι γαρίδα πάνω της. Αναρωτιόταν αν εκείνος καταλάβαινε πως εκείνη είχε καταλάβει τι γίνεται.
Δεν ήταν ιδέα της. Φοβόταν να πηγαίνει στο γραφείο. Έτρεμε το γραφείο, έτρεμε τις οικονομικές δυσκολίες της και την αβεβαιότητα. Εκείνος είχε ξεκινήσει να σηκώνει φωνή και να προσβάλλει όταν δεν μπορούσε να επιβληθεί. Ξεκίνησε να ρυθμίζει την πληρωμή της ανάλογα με τα κέφια του, καταπατώντας την γραπτή συμφωνία τους επανειλημμένως.
Εκείνη φοβάται και τρέμει
«Μαλακισμένο ένστικτό», σκέφτεται. Όταν είναι σπίτι της την πιάνουν τα κλάματα και τρέμουλο. Δεν κοιμόταν, δεν έτρωγε.
Παίρνει τελικά την δύναμη να πάρει την απόφαση πως αυτές οι συνθήκες θα πρέπει να αλλάξουν. Η υγειά της πλέον κινδύνευε. Καλεί δυο τρεις φίλους και διηγείται το συμβάν. Τα αγόρια γίνονται έξαλλα, οι κοπέλες επίσης.
Μιλά με τους γονείς της για την στηρήξουν οικονομικά και παραιτείται. Απλά.
Μια εβδομάδα μετά καταρρέει στην μέση του δρόμου, Υπερκόπωση είπαν στο νοσοκομείο, νευρικό κλονισμό ανεξερεύνητης αιτίας ο ψυχολόγος του νοσοκομείο. Εκείνη αρνείται να μιλήσει για το συμβάν. Μένει μια εβδομάδα σπίτι για να συνέρθει. Σωπαίνει.
Έπεσε χαμηλά στα δικά της μάτια, ίσως και άλλων. Τι σημασία έχει αν εκείνη μπορεί να σηκωθεί ξανά;
Σήκωσε το βλέμμα της. Του κοιτά απευθείας στα μάτια και νιώθει πως και αυτό είναι μια εξουσία. Τον συναντά τυχαία. Τον κοιτά στα μάτια, σταθερά. Εκείνος χαμηλώνει το βλέμμα. Δεν τολμά να της απλώσει το χέρι ούτε να την χαιρετίσει. Εκείνη βλέπει πως εκείνος κατάλαβε πολύ καλά. Στα μάτια της οργή, στα δικά του ντροπή.
« Άρα κατάλαβες τι έκανες τόσο καιρό, αλλά τον ανδρισμό για να μου ζητήσεις συγνώμη δεν τον είχες;» σκέφτεται μέσα της. «Ωραίος ο ανδρισμός της βίας και της ψυχολογικής βίας ακόμα περισσότερο, μόνο που το power game δεν αλλάζει γρήγορα ροή»