Μαγνήτης στο ψυγείο

Κυριακή μεσημεροαπόγευμα. Σκάει ο τσίτιγκάς. Ο ανεμιστήρας αργοφυσά. Στην κουζίνα χτυπιέται το κατεξοχήν ρόφημα του καλοκαιριού -Φραπέ. Από τα ηχεία ακούγεται απαλά το αισιόδοξο σουξεδάκι του φετινού καλοκαιριού «Φίλα με ακόμα».

Behind the doors 1

«Ένα κορίτσι χορεύει
.μια ψυχή και άλλη μια, μόνο μάτια και λέξη καμία…»

Και έτσι όπως πάω στο ψυγείο αντικρίζω ένα μαγνητάκι από το λατρεμένο νησί.
«Σαντορίνη, θα σε επισκεφτώ φέτος αργότερα, μη μου κρατάς κακία», σκέφτομαι και θυμάμαι το ηλιοβασίλεμα από το αγαπημένο στέκι και πόσο όμορφα σταματά ο χρόνος εκεί. Πες πως είναι μαγεία.

Πάω στο δωμάτιο μου και η ματιά μου πέφτει στο sac voyage που δεν το μαζεύεται από μόνο του αλλά περιμένει να γεμίσει εκ νέου για τα ταξίδια που πλησιάζουν και αυτή την φορά έρχεται το ένα μετά το άλλο με ελάχιστες μέρες απόσταση. Κάπου πέρσι ούτε που φανταζόμουν πως θα συμβεί αυτό ποτέ. Εδώ έγινα και θεία και δεν το κατάλαβα. Κάπως έτσι κυλά η ζωή και εκεί που δεν το περιμένεις σου συμβαίνουν πράγματα που σου φαινόταν τρελά.

Ενώ φορτώνω φωτογραφίες στον υπολογιστή και τακτοποιώ τα τρέχοντα της εβδομάδας που μας έρχεται, σιγοτραγουδώ.

«
Φίλα με ακόμα, φίλα με ακόμα
»

Στα χαλαρά

Η απόλαυση της στιγμής. Ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που αφήσαμε κάπου στην εφηβεία και τα χρόνια αθωότητας (λέμε τώρα αθωότητας, μην πάρετε και κατά γράμμα).

 

Athens sunset

 

Ξέρετε την εποχή που πιο ουσιαστικός διάλογος γίνεται στην σιωπή με ματιές. Τότε που λόγω στενότητας χαρτζιλικίου την αράζαμε σπίτι, στη βεράντα, σε κάποιο παγκάκι ή αν είμαστε τυχεροί είχε βόλτα με το παπάκι ή με το αμάξι. Την εποχή που ξεκλέβαμε λίγο χρόνο μετά το φροντιστήριο αγγλικών, το ιδιαίτερο, την προπόνηση, την δουλειά για να βρεθούμε στην γνωστή γωνία, στην πλατεία. Τότε που στέλναμε μηνυματάκια που έλεγαν τα πάντα και τίποτα ταυτόχρονα.

 

Επιστρέφουμε στην εποχή του σήμερα και με το ίδιο σκεπτικό σε χαζεύω, σε κοιτάω στα μάτια, χαμογελάω στην σκέψη σου. Τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά όταν αφήνουμε στην άκρη τα δήθεν δεδομένα και απολαμβάνουμε την στιγμή όπως είναι. Τόσο απλά.

 

Image by d3l

No BS policy

Σου είπα πως θα το κάνω και άκουσες το όνομα μου σε μια παρουσίαση.
Σου είπα πως θα το κάνω και με είδες σε μια οθόνη να απευθύνω ερώτηση στον Πρωθυπουργό.

Σου είπα πως θα το κάνω και διάβασες μια συνέντευξη.
Σου είπα πως θα το κάνω και είδες το όνομα μου σε μια παρουσίαση σε ένα slide.

Τα λόγια της αμφισβήτησης είναι εύκολα χωρίς τις αντίστοιχες πράξεις.
Οι πράξεις πάλι είναι σπάνιες.
Τόσο απλά τα πράγματα.

Εισιτήριο στην τσέπη

Δεν θυμάμαι τι μέρα ήταν τότε. Θυμάμαι πως έγραφα την ριμαδοπτυχιακή. Δως του διορθώσεις και ράψε και ξήλωνε. Δως του ξανά επεξεργασία κύριος κειμένου και παραπομπών. Έπρεπε να έχω και μανία με την τεκμηρίωση τρομάρα μου, μέσα στο καλοκαίρι
Λάθος, και τον χειμώνα την είχα.

Μου την έδωσε, σαν σήμερα, θυμάμαι, παράτησα το λάπτοπ, τα βιβλία και τις σημειώσεις, φόρεσα το αγαπημένο μου τζιν, τις πάνινες μπαλαρίνες, έπιασα φεύγοντας από την πόρτα ένα ελαφρύ ζακετάκι και πήρα το λεωφορείο για το Θέατρο Πέτρας. Έκανε αποπνικτική ζέστη.

Στα χέρια μου ένα μπουκάλι νερό. Συναυλία ήταν να ξεκινήσει. Δεν είχα εισιτήριο, οπότε πήγα από εκείνο το σημείο που μου έμαθαν φίλοι και σκαρφάλωσα με το φως του κινητού το βράχο. Μόνη μου. Βρήκα ένα βραχάκι με θέα και έκατσα.

Λίγο πριν το τέλος της συναυλίας σκαρφάλωσα προς τα κάτω. Αυτή την φορά από την πλευρά του συναυλιακού χώρου. Περπάτησα μέχρι το σπίτι. Μπαίνω στο διαμέρισμα, αφήνω σε μια καρέκλα το τσαντάκι και το ζακετάκι και βγάζω το κινητό για να το αφήσω στο γραφείο, μαζί με το εισιτήριο που με ταξίδεψε στην συναυλία.

Έκατσα και πάλι στην οθόνη και συνέχισα να γράφω σαν να μην είχε διαμεσολαβήσει στιγμή από τότε που σηκώθηκα και την κοπάνησα για λίγες ώρες για να μυρίσω το καλοκαίρι. Εκείνο το καλοκαίρι τότε ήταν πολύ γλυκό, είχε γεύση freddocchino και χρώμα βαθύ κόκκινο όπως αυτό της πανσέληνου του. Το φετινό άραγε τι γεύση και χρώμα θα έχει;

 

Στη σιωπή

Ένα δωμάτιο με δυο γραφεία, ένα μεγάλο και ένα μικρό. Στο μικρό δεν μπορούν να κάτσουν άνετα δυο άτομα μαζί για να δουλέψουν αλλά το αφεντικό επιμένει να κάτσει η νεαρή κοπέλα εκεί. Είναι σε τόσο μικρή απόσταση, απόσταση αναπνοής, που εκείνη νιώθει άβολα.

Τι να κάνει όμως που έχει ανάγκη την δουλειά, και πως να βρει δουλειά τέτοιες εποχές, εποχές δύσκολες. Το δέχεται από φόβο. Όταν δεν κάθεται δίπλα του, κάθεταί στο μεγάλο γραφείο που είναι απέναντι του. Το ένστικτό της δίνει σήμα πως κάποιος την παρακολουθεί.

Αρχικά προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της πως ήταν απλά ιδέα της αλλά δεν είναι. Σταμάτησε να βάφεται. Στο γραφείο πήγαινε πλέον αποκλειστικά με φαρδιά παντελόνια, αθλητικό παπούτσι ή στρωτό για να αποφύγει το σχετικό σχόλιο περί του θηλυκού ήχου των τακουνιών της. Κάλυπτε το πάνω μέρος του κορμιού της πάντα με εσάρπες που έφταναν μέχρι το ύψος της μέσης, ίσια ίσια για να μην φανεί η καμπύλη της μέσης αλλά κυρίως να μην φανεί το στήθος της.

Κάποια μέρα μάζευε το γραφείο, τακτοποίησε ντουλάπες και διάφορα. Ένιωθε ένα μάτι γαρίδα πάνω της. Αναρωτιόταν αν εκείνος καταλάβαινε πως εκείνη είχε καταλάβει τι γίνεται.

Δεν ήταν ιδέα της. Φοβόταν να πηγαίνει στο γραφείο. Έτρεμε το γραφείο, έτρεμε τις οικονομικές δυσκολίες της και την αβεβαιότητα. Εκείνος είχε ξεκινήσει να σηκώνει φωνή και να προσβάλλει όταν δεν μπορούσε να επιβληθεί. Ξεκίνησε να ρυθμίζει την πληρωμή της ανάλογα με τα κέφια του, καταπατώντας την γραπτή συμφωνία τους επανειλημμένως.

Εκείνη φοβάται και τρέμει
«Μαλακισμένο ένστικτό», σκέφτεται. Όταν είναι σπίτι της την πιάνουν τα κλάματα και τρέμουλο. Δεν κοιμόταν, δεν έτρωγε.

Παίρνει τελικά την δύναμη να πάρει την απόφαση πως αυτές οι συνθήκες θα πρέπει να αλλάξουν. Η υγειά της πλέον κινδύνευε. Καλεί δυο τρεις φίλους και διηγείται το συμβάν. Τα αγόρια γίνονται έξαλλα, οι κοπέλες επίσης.

Μιλά με τους γονείς της για την στηρήξουν οικονομικά και παραιτείται. Απλά.
Μια εβδομάδα μετά καταρρέει στην μέση του δρόμου, Υπερκόπωση είπαν στο νοσοκομείο, νευρικό κλονισμό ανεξερεύνητης αιτίας ο ψυχολόγος του νοσοκομείο. Εκείνη αρνείται να μιλήσει για το συμβάν. Μένει μια εβδομάδα σπίτι για να συνέρθει. Σωπαίνει.

Έπεσε χαμηλά στα δικά της μάτια, ίσως και άλλων. Τι σημασία έχει αν εκείνη μπορεί να σηκωθεί ξανά;
Σήκωσε το βλέμμα της. Του κοιτά απευθείας στα μάτια και νιώθει πως και αυτό είναι μια εξουσία. Τον συναντά τυχαία. Τον κοιτά στα μάτια, σταθερά. Εκείνος χαμηλώνει το βλέμμα. Δεν τολμά να της απλώσει το χέρι ούτε να την χαιρετίσει. Εκείνη βλέπει πως εκείνος κατάλαβε πολύ καλά. Στα μάτια της οργή, στα δικά του ντροπή.

« Άρα κατάλαβες τι έκανες τόσο καιρό, αλλά τον ανδρισμό για να μου ζητήσεις συγνώμη δεν τον είχες;» σκέφτεται μέσα της. «Ωραίος ο ανδρισμός της βίας και της ψυχολογικής βίας ακόμα περισσότερο, μόνο που το power game δεν αλλάζει γρήγορα ροή»

Chasing Cars

Picture by nampetch ♥

Είναι αργά το βράδυ. Για κάποιο λόγο οι Τετάρτες ακόμα και το 2011 είναι από τις μέρες που πάνε στραβά και ας είναι μέσα στην εβδομάδα. Το νιώθεις από το πρωί πως και αυτή η Τετάρτη θα πάει στραβά. Ξυπνάς αντί για 8 παρά 11 και. Έχεις βάλει τρία ξυπνητήρια άλλα που εσύ. Εννοείται πως το μεσημέρι ξεχνάς πως πεινάς γιατί κάτι σου έκατσε στραβά. Σου έρχεται να ουρλιάξεις, να κλάψεις. Δεν σε βλέπει κανείς. Φίλος το μεσημέρι σου λέει ξανά σε ένα email πως έχουν συμβεί πολλά και θα στα πει από κοντά σύντομα σε έναν καφέ. Αυτό το λέει τώρα και μήνες και ο καφές ποτέ δεν λαμβάνει μέρος. Απλά του λες πως δεν πιστεύεις στα λόγια αλλά στις πράξεις. Μια φίλη σε παίρνει το βράδυ τηλέφωνο για να βγείτε με παρέα. Που να ξέρει πως 10 παρά το βράδυ ούτε να φας δεν προλάβεις; Προσπαθείς να είσαι γλυκιά. Ξεσπάς σε κλάματα γιατί έχεις ανάγκη την βόλτα και να νιώσεις άνθρωπος. Ακυρώθηκε το επαγγελματικό ταξίδι στην Ελβετία που χαιρόσουν τόσο να πας. Είναι Τετάρτη όπως είπαμε και όλα θα πάνε καλά γιατί με ένα χαμόγελο όλα μπαίνουν σε τάξη.

I don’t quite know
How to say
How I feel

Those three words
Are said too much
They’re not enough

Αχνιστός καφές

Coffee made with Love
Picture by Karen Tjøstelsdatter Taxerås on Flickr

 

Μη μου λες πως δεν αξίζει. Αφού λες πως δεν ξέρεις, πως κρίνεις;
Μη μου μιλάς για υπερβολές. Μη μου μιλάς για το εγώ όταν μιλάμε για το εμάς.
Για ποιους δεσμούς, ποια συναισθήματα μου μιλάς; Που δεν τα έχεις νιώσει ποτέ.
Πως τολμάς και μιλάς χωρίς να νιώθεις; Πως;

Χειμώνας. Κάνει κρύο. Είναι Κυριακή και είχες δουλειά. Φρέσκος ο έρωτας μας, αχνιστός όπως ο ζεστός πρωινός καφές που μοιραστήκαμε πριν φύγεις.

Μου είχες πει «Δεν ξέρω αν αντέχεις μια αγάπη τόσο δυνατή, τόσο βαθιά;»

Ίσως και να κερδίσαμε τελικά τον σεβασμό που έχει ο ένας στον άλλο, τον αυτοσεβασμό μας, την αληθινή αγάπη που μας δένει χωρίς τα περιττά. Δεν μου έκανες ποτέ δώρο από αυτά που μας δείχνουν στις ταινίες και τα σίριαλ. Μου έδωσες τον χρόνο σου, τον χρόνο μου και τον χρόνο μας εν τέλει.

Λάθος, μου έκανες δώρο κάτι πρωινά Κυριακής, κάτι βράδια. Το βράδυ του Αγίου Βαλεντίνου μου χτύπησες την πόρτα στα ξαφνικά με μια σοκολάτα στο χέρι. Τόσο γλυκός ήταν ο έρωτας μας. Το αντάλλαγμα μου: μια αγκαλιά όπως εκείνη με την οποία αποχαιρετίσαμε το κομμάτι ζωής που μοιραστήκαμε.

 

Θύελλες σου ‘φερα να παίξεις,
τραγούδια να ‘χεις να γελάς.
Το «σ’ αγαπώ» σου, χίλιες λέξεις.
Μες στη σιωπή μας μου μιλάς.
Γλυκιά στιγμή για μας θα ζει.
Εσύ είσαι εγώ κι εγώ εσύ..

Σημειωματάριον συναισθηματικόν

 

Σε αυτό το βιβλιαράκι γράψε μια μικρή όμορφη σκέψη, μια σκέψη να σε κρατά σε καλή διάθεση όταν σου αυτή σου λείπει και έπειτα μεγαλώνει και μεγαλώνει γιατί η καλή διάθεση λείπει πυκνά συχνά. Κάθε μέρα με καλό αγέρα την κακή διάθεση κάνει πέρα.

Γραμμένο από τον … για την καλύτερη … του κόσμου

 

Μια δυο τρεις γραμμές στις όποιες πίσω από απλές σχεδόν παιδικές λέξεις κρύβεται πέρα από γλυκειά σκέψη και πολύ αγάπη. Μια αφιέρωση σε ένα σημειωματάριο που υπήρξε δωράκι για την τάδε που μαζεύει σημειωματάρια και σκέψεις σε κάθε μορφή. Το κοινό των δύο ανρθώπων: φοιτητές. Ο τάδε σε κάποιο Πολυτεχνείο της Ευρώπης, η τάδε σε κάποια σχολή κοινωνικών επιστημών της Ευρώπης. Μια απόδειξη που πάει κόντρα στο «Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται».

 

Image by Leeks via Flickr

6η Δεκεμβρίου 2008

 

Επιστρέφαμε από βραδινή έξοδο ενώ στο ραδιόφωνο ανακοινώνονταν κάποιο συμβάν στο κέντρο, στα Εξαρχία. Χαμός.

Λέω στον φίλο που οδηγούσε: «Πήγαινε με κέντρο τώρα. Πρέπει να μάθω τι συμβαίνει.»

~ Πας καλά; Είναι επικίνδυνα.

«Αν δεν με πας θα πάρω ταξί να πάω μόνη μου.»

Με πήγε την επομένη. Eίχα κατέβει ήδη το πρωί.

Έβλεπα αστυνομικούς με αγριεμένα μάτια από τα τζάμια του αυτοκινήτου.

Έβγαλα φωτογραφίες.

Οι μαθητές μου είχαν πάνω τους το νούμερο μου. Τους παρακάλεσα να μην κατέβουν. Μια μαθήτρια κατέβηκε. Δεν με πήρε αλλά την είδα κάπου στα Εξαρχία. Την κοίταξα στα μάτια και την επόμενη μέρα στο μάθημα δεν μιλούσε.

«Κυρία, γιατί είναι τόσο αγριεμένοι;»

Τι να πεις σε ένα παιδί σε ηλικία εφηβείας για την σκληρή βία στους δρόμους μιας πόλης;

Τι να πεις για τον χαμό μιας νέας ζωής από αμελιά; Τι να πεις για την ευθύνη όλων όσων δεν την αναλαμβάνουν.

Δεν θυμάμαι πόσες μέρες ήμουν στα επεισόδια. Δεν θυμάμαι πόσα βράδια.

Θυμάμαι τα χημικά. Θυμάμαι τις συζητήσεις. Θυμάμαι τον τρόμο. Θυμάμαι τη βία.

Δεκέμβρης 2008. Τα Δεκεμβριανά μιας άλλης πραγματικότητας.

Η φωνή μιας κοινωνίας, νέων ανθρώπων.

Πότε θα ακουστεί άραγε ή θα σωπάσει πρώτα;

Δεκέμβρης 2008.

Λουκούμι, λουκουμάκι μου…

Το λουκουμάκι, προσφέρθηκε λαχταριστό, βουτηγμένο σε ζαχαρί άχνη σε φίλο. Έλα μου ντε όμως, που ο φίλτατος δεν γύρευε να γλυκαθεί αμαρτωλά και να προδώσει έτσι τα συναισθήματα της αιθέριας ύπαρξης που τον πλαισιώνει.

Παραπέμπω στον αξιοσέβαστο SykoFantiS_Bastoyni

Ξέρω. Όλοι οι άντρες είμαστε γουρούνια! Για να ρίξουμε ένα πιπίνι στο κρεβάτι, μπορούμε να τις πούμε τα πάντα τα μεγαλύτερα ψέματα και τις πιο απίστευτες κολακείες . Αν όμως κάποιος σου πει πως είσαι φτιαγμένη από αστερόσκονη να ξέρεις πως κυριολεκτεί. Μπορεί να θέλει να σε ρίξει στο κρεβάτι, μπορεί να θέλει να σε ρίξει στο βούρκο της αμαρτίας αλλά κυριολεκτεί.

Ο φίλος που αναφέρω από τους μισούς της παρέα αποκαλείται με την γνωστή νεοελληνική λέξη από «Μ», από τους άλλους μισούς εισπράττει θαυμασμό όχι για την αντίσταση του στο λουκουμάκι αλλά για την συντροφικότητα και την αγάπη προς την λεγόμενη αιθέρια ύπαρξη.

Εύγε τέκνων μου. Ας ακολουθήσουν και άλλοι το λαμπρό σου παράδειγμα. Δηλώνω βαθύτατα συγκινημένη πως αγαπάς και σέβεσαι τόσο τον άνθρωπο δίπλα σου αλλά και τον εαυτό σου, που ακόμα και το λαχταριστό λουκουμάκι δεν μπόρεσε να σε αναστατώσει ούτε για μια στιγμή.

Διότι, οι άνθρωποι που μας προσφέρουν την αγάπη τους είναι φτιαγμένοι από την κατάλληλη αστεροσκόποι από το κατάλληλο άστρο για να μας γεμίζουν φως που τόσο μας λείπει τις κρύες μέρες του χειμώνα αλλά ειδικά στις φυλακές που χτίζουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας. Τα σέβη μου.